Πέμπτη 15 Σεπτεμβρίου 2016

Εξαγόρασε την monsanto η Βayer!!!

Επικαλούμενο άριστα πληροφορημένες πηγές που ωστόσο, για ευνοήτους λόγους επιθυμούν να παραμείνουν ανώνυμες, το αμερικανικό δίκτυο αναφέρεται σε συζητήσεις μεταξύ των δυο πολυεθνικών γιγάντων, οι οποίες γίνονται, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, «σε ιδιωτικό επίπεδο και σε προκαταρτικό στάδιο», σε κάθε περίπτωση όμως δεν αμφισβητούνται, ενώ η επόμονη άρνηση και των δυο «συνομιλητών» να κάνουν οποιαδήποτε δήλωση επί του θέματος δείχνει να επιβεβαιώνει την είδηση.
Πέραν της εξαγοράς όμως, στο τραπέζι των δυο βιομηχανικών γιγάντων βρίσκονται και όλα τα άλλα πιθανά σενάρια όπως εκείνο της συγχώνευσης ή «άλλου τύπου συμφωνιών», από τις οποίες η μεν Bayer θα πετύχαινε τη μεγαλύτερη δυνατή απεξάρτησή της από την παγκόσμια βιομηχανία στον χώρο της γεωργίας η δε Monsanto την απαράμμιλη τεχνογνωσία του γερμανικού οίκου στους σπόρους.
Αυτή τη στιγμή, η χρηματιστηριακή αξία της αμερικανικής εταιρίας που εδρεύει στο Σαιν Λιούις ανέρχεται περίπου στα 40 δισ. δολάρια ενώ εκείνη της BAYER περίπου στα 84 δισ, ωστόσο...
η ίδια η γερμανική εταιρία που σηματοδότησε την 152 ετών ιστορία της από τη γνωστή στους πάντες πλέον «Ασπιρίνη» δεν αποκλείεται, προκειμένου να μπορέσει να υποστηρίξει μια τέτοια κίνηση και να ανταποκριθεί στην απαιτούμενη δυνατότητα ρευστότητας μιας κολοσσιαίας εξαγοράς, να προχωρήσει ακόμη και σε πώληση περιουσιακών της στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων και κοινοπραξιών στις οποίες μετέχει και ελέγχει.

Αξίζει να σημειωθεί πως εδώ και αρκετά χρόνια η Monsanto βρίσκεται σε ένα εξαιρετικά δυσμενές παγκόσμιο περιβάλλον και ειδικά μετά την περσινή της αποτυχία να εξαγοράσει τη Syngenta έναντι 46,2 δισ. δολαρίων.
Οι πωλήσεις της το πρώτο τρίμηνο εμφανίζονται μειωμένες κατά 13%, κάτι που μεταφράζεται σε απώλειες ύψους άνω των 4,5 δις. Αυτό δείχνει να είναι αποτέλεσμα της παγκόσμιας μείωσης των τιμών καλαμποκιού και σόγιας που δεν έχει σταματήσει επί τρία συνεχή χρόνια, κάτι το οποίο μείωσε δραματικά το καθαρό αγροτικό εισόδημα στις ΗΠΑ, πλήττοντας με τη σειρά του καίρια τις πωλήσεις ζιζανιοκτόνων και φυτοφαρμάκων που αποτελούν την αιχμή των πωλήσεων αλλά και της κερδοφορίας του αμερικανικού κολοσσού.
Η δημοσιοποίηση και μόνο της συγκεκριμένης είδησης κατάφερε να ανεβάσει κατά 18% τον όγκο των συναλλαγών της Monsanto στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης ενώ αντίθετα έριξε κατά 4,4 % την τιμή της μετοχής της Bayer στη Φραγκφούρτη, ποσοστό που αποτελεί αρνητικό ρεκόρ από την αρχή του χρόνου για την εταιρία του Λεβερκρούζεν.
                  Στον χορό των παγκόσμιων συγχωνεύσεων
Σύμφωνα με αναλυτές, η κίνηση αυτή εντάσσεται σε ένα ευρύτερο περιβάλλον όπου οι πολυεθνικές επιχειρούν να ενισχύσουν ακόμη περισσότερο τις θέσεις τους μέσω συγχωνεύσεων, με αντίστοιχες εκείνες της Dow Chemical Co. που προχώρησε σε ανάλογη συμφωνία με την DuPont ύψους 130 δισ. δολαρίων, καθώς και της China National Chemical Corp. η οποία τον προηγούμενο Φεβρουάριο, έναντι 43 δισ. δολαρίων, εξαγόρασε την ελβετική Syngenta AG.
Ταυτόχρονα ωστόσο, η επικείμενη Διατλαντική Συμφωνία μεταξύΗΠΑ και ΕΕ που θα αφορά το «ελεύθερο» Εμπόριο, (ΤΤΙP), δείχνει σαφώς και ναευνοεί αλλά και να ενθαρρύνει τέτοιες κινήσεις, με τις πολυεθνικές να «γνωρίζουν» καλά πως μόνο οι απόλυτα δεσπόζουσες θέσεις πλέον θα είναιαρκούντως ασφαλείς.
Ως διόλου αμελητέος όμως «μνηστήρας» για τη Monsanto, εκτός της Bayer εμφανίζεται ταυτόχρονα και η επίσης γερμανική BASF, που τώρα φαίνεται πως δέχεται πιέσεις να κάνει ακόμη πιο «δελεαστική» τη δική της προσφορά.
Αξίζει να σημειωθεί πως η ακραία επιθετική αυτή κίνηση της Bayer έρχεται σε μια στιγμή που η εταιρία βρίσκεται σε μεταβατικό στάδιο για μια νέα ηγεσία, καθώς μόλις πριν λίγες ημέρες τα ηνία της στρατηγικής της ανέλαβε ο νέος CEO, Werner Baumann έχοντας εκθρονίσει τον Marijn Dekkers ο οποίος από το 2010 που είχε υπηρετήσει από αυτή τη θέση είχε ρίξει το βάρος του στις βιοεπιστήμες, έχοντας καταφέρει να διπλασιάσει το μερίδιο αγοράς που κατείχε ο γερμανικός κολοσσός στον χώρο του φαρμάκου.
                                    Επιμέλεια: Παύλος Κιρκασίδης - www.thepressproject.gr

                                                      Πηγές: Bloomberg, Natural Society

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου