Ἡ περίπτωση τῆς γαλλικῆς ἐφημερίδος Libération σὲ
σχέση μὲ τὴν καθεστωτική «Αὐγή».
Ἀπὸ τὸ τέλος τοῦ ΙΘ΄αἰῶνος ὅταν ἐμφανίζεται ἡ ῥεφορμιστικὴ
σοσιαλδημοκρατία, αὐτὴ ἐπιβάλλεται ὡς ἰδεολογία τοῦ τραπεζικοῦ παγκοσμισμοῦ.
Στὴν
Ἑλλάδα τὸ ἐπαναστατικὸ φασιστικὸ ΠΑΣΟΚ
(χρησιμοποιῶ θετικὰ τὴν ἐπιστημονικὴ ἔννοια τοῦ φασισμοῦ) ἐκύλισε, μετὰ
τὸν θάνατο τοῦ Ἀνδρέα, στὸν βοῦρκο τῆς σοσιαλδημοκρατίας μὲ τοὺς Σημίτη καὶ
Βαγγέλη Βενιζέλο.
Στὴν Γαλλία ὁ φιλόσοφος τοῦ ὑπαρξισμοῦ Σάρτρ, ἡγέτης
τοῦ μαοϊκοῦ ἀριστερισμοῦ, ἱδρύει, στὶς 18 Ἀπριλίου 1973, τὴν γαλλικὴ καθημερινὴ
ἐφημερίδα Libération, ὡς κομμουνιστικὴ ἐφημερίδα, μακριὰ ἀπὸ κάθε χρηματικὴ
στήριξη ἐπιχειρηματίου καὶ ἀπουσία διαφημίσεων, ἀρχικῶς τετρασέλιδη μόνον,
δηλώνοντας ἀντικοινοβουλευτική, στηρίζοντας
τὴν ἄμεση δημοκρατία.
Ἤδη ὅμως, ἐπειδὴ δὲν ἠλέγχετο ἀπὸ τὴν σιδηρὰ
πειθαρχία τοῦ γαλλικοῦ κομμουνιστικοῦ κόμματος, στὰ τέλη τοῦ 1970 εἶχε
γλιστρήσει στὰ χωράφια τῆς σοσιαλδημοκρατίας, μετὰ τὴν παραίτηση τοῦ Σὰρτρ στὶς
24 Μαΐου 1974.
Ὁ δὲ μαοϊσμὸς τῆς ἐφημερίδος ἐξηφανίσθη τὸ 1978 καὶ ὁρίσθη αὐτὴ ὡς«φιλελευθεροελευθεριάζουσα» (libéral-libertaire).
Τὸ 1975, ἡ Libération χειροκροτεῖ τὴν ἀνάληψη τῆς ἐξουσίας
στὴν Καμπότζη ἀπὸ τοὺς μαοϊκοὺς Ἐρυθροὺς Χμέρ καὶ ἀπὸ τὸ 1973 μέχρι τὸ 1981, ἡ ἐφημερὶς
διοικεῖται ἀπὸ τοὺς μισθωτούς της καὶ μόνον, οἱ ὁποῖοι λαμβάνουν ὅλοι τὸν ἴδιο
μισθὸ καὶ ἀποφασίζουν κατὰ πλειοψηφία.
Τὸ 1981 ὅμως, ὁ σοσιαλδημοκράτης Μιττερράνδος, ὡς Ἀλέξης
Τσίπρας τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, ἐκλέγεται πρόεδρος τῆς Γαλλίας καὶ παρασύρει στὴν ἰδεολογικὴ
ἀποστασία του τὴν Libération ποὺ γίνεται καθεστωτικὴ ὅπως ἀργότερα ἡ πρώην ἐδαΐτικη
καὶ κατόπιν συριζαίϊκὴ Αὐγή.
Ἔκτοτε ἡ Libération εἰσέρχεται στὸν χῶρο τοῦ
τραπεζικοῦ διεθνιστικοῦ καπιταλισμοῦ καὶ χρηματοδοτεῖται ἀπὸ τὸν τραπεζίτη
Claude Alphandéry καὶ διαφόρους ἐπιχειρηματίες.
Στὶς 16 Φεβρουαρίου 1982, οἱ πρῶτες
διαφημίσεις ἐμφανίζονται στὴν ἐφημερίδα καὶ γνωρίζουμε πὼς ὁ καπιταλισμὸς ἐλέγχει
τὴν τετάρτη ἐξουσία τοῦ τύπου μέσῳ τῶν διαφημίσεων.
Ἡ προδοτικὴ ὑποκρισία τῆς σοσιαλδημοκρατίας ἀποκαλύπτεται
τότε δημοσίως. Ὁ διευθυντὴς τῆς ἐφημερίδος προσπαθεῖ νὰ δικαιολογηθῇ
δηλώνοντας:
«Ὄχι, ἡ Libération δὲν ἀλλάζει. Ἡ διαφήμιση ἔχει ἀλλάξει. Ἔγινε
τέχνη. Δὲν γνωρίζουμε πλέον ποῦ ἀρχίζει ἡ κουλτοὐρα καὶ ποῦ τελειώνει ἡ
διαφήμιση. Χωρὶς αὐτὴν ἡ Libération θὰ ἦτο ἀτελῆς».
Καὶ φυσικὰ στὴν δεκαετία
1980-1990 ἡ αὔξηση τῶν πωλήσεων τῆς ἐφημερίδος εἶναι ἐντυπωσιακή, ἐγκλωβισμένη
πλέον στὰ δίκτυα τοῦ καπιταλισμοῦ.
Τὸ δὲ 2005, ἡ Libération περνᾷ ὑπὸ τὸν ἔλεγχο τοῦ
Edouard de Rotschild. Καὶ τότε ὑπενθυμίζεται μία φράση τοῦ ἱδρυτοῦ τῆς ἐφημερίδος,
τοῦ Jean-Paul Sartre, «Τὸ χρῆμα δὲν ἔχει ἰδέες».
Ἔτσι, ἡ σοσιαλδημοκρατία, ἡ ὁποία διετήρησε ἀπὸ τὴν
προτεραία της κομμουνιστικὴ ἰδεολογία μόνον τὸν ταξικὸ διεθνισμό, ἀλλὰ βάζοντάς
τον στὴν ὑπηρεσία τοῦ ἀστικοῦ διεθνισμοῦ τῶν τραπεζῶν, ἀποδεικνύει ὅτι τὸ στήριγμα τῆς ἰδεολογίας τοῦ παγκοσμίου
τραπεζικοῦ συστήματος δὲν εἶναι ἡ δεξιὰ ἀλλὰ ἡ σοσιαλδημοκτατία, δὲν εἶναι ὀ
Τράμβιος ἀλλὰ οἱ Κλίντον-Ὀμπάμα καὶ στὴν Εὐρώπη δὲν εἶναι ἡ Μαρὶν Λὲ Πέν, ἀλλὰ
οἱ Ὁλλάντ-Τσίπρας.
Δημήτρης Κιτσίκης 27
Νοεμβρίου 2017
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου