Από το 1975(3 Μαΐου) αρθρογραφούσε στο 15ήμερο περιοδικό «ΑΝΤΙ» της Ανανεωτικής Αριστεράς ο Χάινς Ρίχτερ, οποίος απασχόλησε προσφάτως την κοινή γνώμη με την πολύκροτη δίκη που έγινε στην Κρήτη(με αφορμή την εκδοση του βιβλίου του η «Μάχη της Κρήτης»), εξ αιτίας της ποινικής δίωξης που του ασκήθηκε για αρνηση των εγκλημάτων των Ναζί!!!
Ο ΣΟΣΙΑΛδημοκράτης καθηγητής(γεννημένος το 1939 στην πόλη Χαϊλμπρόν της Γερμανίας), ο οποίος αποκαλεί τον πόλεμο
των Κρητικών ανταρτών «βρώμικο» και «κτηνώδη» & τους φασίστες Γερμανούς
αλεξιπτωτιστές, «νέους γεμάτους ενθουσιασμό, οι οποίοι γνώριζαν πως ανήκαν σε
μια ελίτ», «ιππότες», που δρούσαν με «ιδεαλισμό», που περιγράφει την ένοπλη
αντίσταση του λαού ως μια εγκληματική πράξη, ενάντια στη Συνθήκη της Χάγης και
το Δίκαιο του Πολέμου, πρωτοήρθε στην Ελλάδα το 1958, ενώ μόλις ολοκλήρωσε τις σπουδές του το 1967, έλαβε υποτροφία(όλως τυχαίως), από τη χούντα του Γεωργίου Παπαδοπούλου και γίνεται υφηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών!!!
Το 2000 μάλιστα(επί κυβερνήσεως του Γερμανοτσολιά Κώστα Σημίτη) του απονέμεται ο Χρυσός Σταυρός του Φοίνικα για την ανιδιοτελή προσφορά του στην ελληνική πολιτεία(!!!), ενώ το 2014 ανακηρύσσεται επίτιμος διδάκτωρ από το Πανεπιστήμιο Κρήτης!
Είχε προηγηθεί επί των ημερών του ανοιχτή παρέμβαση
στη Δικαιοσύνη, με πρωτοπαλλήκαρο τον άλλο Γερμανοσπουδασμένο υπουργό
«Δικαιοσύνης», τον Μιχάλη Σταθόπουλο, η απαγορεύση της κατάσχεσης των ακινήτων
του Ινστιτούτου Γκαίτε & της Γερμανικής Αρχαιολογικής Σχολής (διάβασε τον
Κυριάκο Σιμόπουλο για τον ρόλο των ξένων αρχαιολογικών αποστολών στην Ελλάδα),
υπέρ της αποζημίωσης των θυμάτων του Διστόμου, με μία αναχρονιστική διάταξη του
Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, που έλεγε πως ο υπουργός Δικαιοσύνης μπορεί να αποτρέψει
την εκτέλεση μιας δικαστικής απόφασης «όταν διακυβεύονται οι φιλικές σχέσεις με
μία χώρα και το επιβάλει το εθνικό συμφέρον…».
Κατόπιν προχώρησε σε μια ακόμα πιο βαρεία πράξη
«εθνικής αναξιοπρέπειας» δίνοντας, για 1η φορά, παράταση στη θητεία (που είχε
λήξει) του τότε (2001) «Ελληνος» προέδρου του Αρείου Πάγου, Στέφανου Ματθία,
ώστε να προλάβει να συγκροτήσει Ειδικό Δικαστήριο (με «ειδική» σύνθεση) με το
οποίο θα ανατρέψει την απόφαση της Ολομέλειας (2001) του Αρείου Πάγου, η οποία
είχε δικαιώσει την απόφαση του Πρωτοδικείου Λιβαδειάς για καταβολή αποζημιώσεων
στα θύματα του Διστόμου!!!
ΝΑΙ, ναι, ναι ολα αυτά από τον εκσυγχρονιστή Κώστα
Σημίτη, ενώ την ίδια ώρα ο αδελφός του Σπύρος Σημίτης διαβιούσε στην Γερμανία
που του εμπιστεύεται διάφορες «ευτελείς» θέσεις & αξιώματα όπως:
Πρόεδρος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων για την
προστασία των δεδομένων της Ευρώπης από το 1982-1986, Μόνιμος σύμβουλος από το
1988 στην Επιτροπή ΕΚ σε θέματα προστασίας της ιδιωτικής ζωής, μέλος του
Συμβουλίου Έρευνας του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου της Φλωρεντίας
από το 1990 έως το 1996, ενδιάμεσα το 1994 διετέλεσε Σύμβουλος του Διεθνούς
Γραφείου Εργασίας για την προετοιμασία των κανόνων προστασίας των δεδομένων των
εργαζομένων, το 1998-1999 Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Επιτροπής
Εμπειρογνωμόνων Υψηλού Επιπέδου για τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της
Ευρωπαϊκής Ένωσης...
Κατόπιν από το 1999-2001 μέλος της στρατηγικής
επιτροπής για την περαιτέρω ανάπτυξη του Ευρωπαϊκού πανεπιστημιακού Ινστιτούτου
της Φλωρεντίας και το 2001 διορίζεται ως
μέλος του Εθνικού Συμβουλίου Ηθικής, της οποίας στη συνέχεια εκλέγεται πρόεδρος, θέση την οποία κατείχε
έως το 2005. Από το 2008 ξαναγίνεται
μέλος με την διαφορά ότι εχει πλέον μετονομαστει τώρα σε Γερμανική Επιτροπή
Συμβουλίου Δεοντολογίας.
Στην δίκη που έγινε επί Νέας Γερμανικής Κατοχής, ο Χάινς Ρίχτερ(που βροντοφωνάζει ότι η Γερμανια δεν χρωσταει πολεμικές αποζημιώσεις στην Ελλάδα, αλλά η Ελλάς στην Γερμανία), αθωώνεται έχοντας φανατικούς συμπαραστάτες μία πλειάδα Εθνομηδενιστών καθηγητών, αυτοαποκαλουμένων δε & ως Αριστερών...
Πρώτος & καλυτερότερος ο Πρόεδρος της Επιτροπής Εθνικού & Κοινωνικού Διαλόγου για την Παιδεία
Αντώνης Λιάκος συνεπικουρούμενος από εκείνους που θέλουν ή επιδιώκουν να μας αλλάξουν την Ιστορία:
Κουλούρη Χριστίνα, Βεντούρα Λίνα, Ηρακλείδης Αλέξης, Χριστόπουλος Δημήτρης(Σύζυγος Μαριλένας Κατσίμη), Αγγελίδης Μανόλης, Αδριάκαινα Ελένη, Ανανιάδης Γρηγόρης, Βούλγαρης Γιάννης, Γεωργιάδου Βασιλική, Θεοτοκάς Νίκος, Ιορδάνογλου Χρυσάφης,Ιωαννίδης Σταύρος, Κατσάπης Κωνσταντίνος, Κόλλιας Ανδρέας, Κουντούρη Φανή, Λαγάνη Ειρήνη, Λαδή Στέλλα, Λούβη Λίνα, Λυμπεράτος Ανδρέας, Παπαγεωργίου Στέφανος, Παπαδημητρίου Δέσποινα, Πεσμαζόγλου Στέφανος,
Σεφεριάδης Σεραφείμ, Τομαρά – Σιδέρη Ματούλα,Φαράκλας Γιώργος, Φουντεδάκη Πηνελόπη, Φουρτούνης Γιώργος.
Να υποθέσουμε ευλόγως λοιπόν ότι δεν ήταν τυχαίο ότι το «ΑΝΤΙ» - που εξέφραζε τις πολιτικές απόψεις του ΚΚΕ Εσωτερικού, ακολούθως Ελληνικής ΑΡιστεράς(Ε.ΑΡ), μετέπειτα ΣΥΝασπισμού, δηλαδή του σημερινού ΣΥΡΙΖΑ - είχε ανοίξει τις αριστερές αγκάλες του στον ΣΟΣΙΑΛδημοκράτη καθηγητή Χάινς Ρίχτερ.
Αγκαλιές που ΣΥΝεχίζουν να είναι ανοικτές από τους προοδευτικούς καθηγητές τύπου Αντωνη Λιάκου, Μαρίας Ρεπούση, Θαλειας Δραγώνα, Χριστίνας Κουλούρη κ.α. εκλεκτών Ανθελλήνων...
============================================================
Πρῶτά, θέλει να προσφέρει στὸν ἀναγνώστη ποὺ ἐνδιαφέρεται
για τὴ σύγχρονη ἑλληνικὴ ἱστορία,
χωρὶς ὅμως να ἐπιθυμεῖ ὁπωσδήποτε να
ἀσχοληθεῖ ἐπιστημονικα μὲ αὐτὸ τὸ πρόβλημα, ὁρισμένες πληροφορίες.
Τρίτο, θέλει να δείξει
ὅτι οἱ ρίζες τῆς τελευταίας ἑπταετοῦς δικτατορίας φτάνουν βαθιά, μέχρις ἐκεῖνα
τὰ χρόνια, καὶ ὅτι χωρὶς ἐσωτερικὴ ἐπεξεργασία ἐκείνης τῆς περιόδου -ποὺ μπορεῐ
να γίνει μόνο μὲ ἀνοιχτή, ἂν καὶ ὀδυνηρή, συζήτηση- δὲν μποροῦν να κατανοηθσῦν
τὰ σημερινα προβλήματα τῆς Ἑλλάδας, καὶ δὲν μποροῦν να βρεθσῦν καθαρὲς προοπτικὲς
για ένα καλύτερο μέλλον.
Ὁ συγγραφέας θεωρεῖ καθῆκον του να βοηθήσει πάνω o’ αὐτό.
Ἐνῶ σὲ ὅλες τὶς εὐρωπαϊκές χῶρες αρχισαν μετα τὸν B! Παγκόσμιο Πόλεμο να ἀσχολοῦνται
ἐντατικα μὲ τῆ σύγχρονη ἱστορία, ἡ κατε- στημένη έλληνικῆ «συντεχνία» τῶν ἱστορικῶν
ἀρνιότανε συνεχῶς ν’ ἀγγίξει τὸ «καυτὸ σίδερο». Στὴν Ἑλλάδα ἡ ἱστορία τελειώνει
πρὶν’ ἀπὸ τὸν Α’ Παγκόσμιο πόλεμο.
Ἡ σύγχρονη ἱστορία θεωρεῖται πολιτική, καὶ
γι’αὐτὸ τὴν ἀφήνουν στὰ χέρια τῶν δημοσιογράφων. Αὐτὴ ἡ «διακριτικῆ ἐπιφυλακτικότητα»
ὑποστηρίχτηκε καὶ ἀπὸ τὶς διάφορες μεταπολεμικες κυβερνήσεις, οἱ ὁποῖες καὶ τῆ
βοήθησαν σὲ περιπτώσεις ἀμφιβολιῶν μὲ απαγορεύσεις δημοσιότητας. Ἔτσι μποροῦμε
να μιλήσουμε για μια «συνωμοσία σιωπῆς» τοῦ έλληνικοῦ κατεστημένου.
Οί λόγοι εῖναι
πολιτικοί, τόσο ἐσωτερικῆς ὅσο καὶ ἐξωτερικῆς φύσης.
Τὸ ἐλληνικὸ μεταπολεμικὸ κράτος, ὅπως ἄλλωστε καὶ οἱ
προκάτοχοί του, εἷναι κράτος «σιναφιοῦ - ὀπαδῶν - πολιτικῆς πελατείας», τόσο ἀπὸ
ἐσωτερικὴ ὅσο καὶ ἀπὸ ἐξωτερικὴ πολιτικὴ ἀποψη.
Ἀπὸ τὴν ἀπελευθέρωση τοῦ 1821 ἡ κοινοβουλευτικὴ ὀλιγαρχία τῆς Ἑλλάδας ἦταν ἡ πελατεία τῆς ἑκάστοτε προστάτιδας δύναμης, κυρίως τῆς Μεγάλης Βρετανίας, ποὺ μόλις τὸ 1946 παραχώρησε τὸ ρόλο τοῦ μαγαζάτορα στὶς ΗΠΑ, μὲ τὸ Δόγμα Τρούμαν. Τῆν ἐσωτερικὴ ἀποψη αὐτοῦ τοῦ συστήματος, «σινάφι-ὀπαδοὶ-πελατεία», θα ἐρευνήσουμε παρακάτω.
Τὸ ἀνώτατο πολιτικὸ ἀξίωμα αὐτῆς τῆς ὀλιγαρχίας ἦταν πάντοτε
ὑπακοὴ ἀνευ ὅρων στῆν προστάτιδα δύναμη, καὶ ἀπὸ τὴ δεκαετία τοῦ 1920 καὶ μετά,
ἀνελέητος ἀντικομμουνισμός.
Ἀντικομμουνισμὸς σημαίνει ἐδῶ ἀντιδημοκρατικῆ
συμπεριφορα, γιατὶ στῆν Ἑλλάδα ὅπσιος τολμήσει να ἐκφράσει ἰδέες ὅχι ἀρεστὲς στὸ
κατεστημένο, χαρακτηρίζεται σαν κομμουνιστής, ἂν καὶ ὑπάρχουν μόνο λίγοι γνήσιοι
κομμουνιστές.
Τὸ ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς πολιτικῆς πραγματικότητας για
τῆν ίστορικῆ ἐπιστήμη στῆν Ἐλλάδα ἦταν να ἐκφράζονται μόνο γνῶμες ἀρεστὲς στῆν
κυβέρνηση·
ὑπεύθυνοι για ὅλες τἰς δυσκολίες στῆν ἐλληνικῆ ἱστορία ἦταν οἰ κομμουνιστές.
Παρόμοια εἰκόνα παρουσίαζαν καὶ οἱ δυτικοὶ ἱστορικοὶ
καὶ δημοσιογράφοι, κατὰ τῆ διάρκεια τοῦ ψυχροῦ πολέμου, για λόγους σκοπιμότητας.
Αὐτὸ τὸ γεγονὸς ὁδήγησε τοὺς Ἕλληνες ἐξόριστους ἱστορικοὺς
στὸ ἄλλο ἀκρο, δηλαδὴ σὲ ὑμνολογίες χωρὶς ὅρια για τὸ ΚΚΕ. Ἀνάμεσα α’ αὐτὰ τὰ δύο
ἄκρα δὲν ὑπῆρχε σχεδὸν καθόλου θέση.
Ὁ συγγραφέας αὐτῆς
τῆς μελέτης προσπάθησε να βρεῖ ἀντικειμενικῆ ἐπιστημονικῆ θέση.
Ο Γ΄ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ - Η ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ ΜΕΤΑΞΑ
Στὴν εἰκοσαετία 1920-1940 ἡ Ἑλλάδα συνταράχτηκε ὅπως οἱ
περισσότερες εὐρωπαϊκές χῶρες,
ἀπὸ πολιτικὲς κρίσεις. Τα φαινόμενα ποὺ παρουσιάστηκαν
ἦταν παρόμοια, σέ μερικες περιπτώσεις μὲ ἐκεῖνα τῶν δυτικοευρωπαϊκών χωρών.
Η
προσεκτική όμως ανάλυση αποδεικνύει & θεμελιώδεις διαφορές.
Ὀπως εἴπαμε, στῆν
Ἐλλάδα δὲν ὑπῆρξε ποτὲ κοινοβουλευτικὴ δημοκρατία, ἀλλὰ κυριαρχοῦσε διαρκῶς μια
κοινοβουλευτικὴ ὀλιγαρχία, πού, κάτω ἀπὸ τὸ μανδύα τῆς συνταγματικῆς μοναρχίας,
ἐδινε τὸ δικαίωμα συμμετοχῆς σὲ ἐκλογὲς καὶ προάσπιζε τα ταξικά της συμφέροντα.
Ὁ βασιλιὰς δὲν ἦταν οὐδέτερος βασιλιὰς κράτους, ὑπεράνω κομμάτων, ἀλλα ἀρχηγὸς
μιᾶς παράταξηςε τοῦ έλληνικοῦ κατεστημένου. Τὰ ἴδια τα κόμματα ἦταν καὶ εἶναι ἀκόμη
πολιτικὰ μικρομάγαζα τῶν ἑκάστοτε αρχηγών...
Αντώνης Λιάκος:Η δίκη του Χάιντς Ρίχτερ. ποιο είναι το επίδικο;
Η δίκη εναντίον του Γερμανού ιστορικού Χάιντς Ρίχτερ, αν δεν εκφυλιστεί σε θλιβερή φαρσοκωμωδία, κινδυνεύει να εκθέσει την Ελλάδα, στα μάτια τα δικά μας αλλά και διεθνώς, ως μια χώρα ανελεύθερη. Το δικαστήριο της Κρήτης δεν δικάζει ούτε την ιστορία, ούτε την αλήθεια, ούτε την επιστήμη, ούτε το φιλελληνισμό, όπως έσπευσαν πολλοί να δηλώσουν.
Δικάζει απλώς –και πολύ κακώς– την ελευθερία της γνώμης, την ελευθερία της έκφρασης, την ελευθερία να διατυπώνει κανείς τις απόψεις του δημοσίως. Η ελευθερία της γνώμης σημαίνει ότι το να διατυπώνει κανείς σωστές ή λάθος προτάσεις δεν είναι υπόθεση ούτε του κράτους, ούτε της αστυνομίας, ούτε των δικαστηρίων. Δεν έχει καμιά σημασία αν ο Ρίχτερ έχει ή δεν έχει δίκιο, αν διάβασε ή όχι το τελευταίο ιστορικό πόνημα που διάβασε και ο Γ. Μαργαρίτης που ξιφούλκησε εναντίον του. Καμιά. Αν η ελευθερία της γνώμης ήταν η ελευθερία του αληθούς και η απαγόρευση του λάθους, θα ζούσαμε υπό στυγνή ολοκληρωτική δικτατορία. Ελευθερία σημαίνει το δικαίωμα να εκφέρω γνώμες που μερικοί τις θεωρούν λάθος, άλλοι σωστές, και κάποιοι τρίτοι αδιάφορες. Όταν βλέπουμε επομένως τα δικαστήρια να γίνονται τόπος ανταλλαγής επιχειρημάτων για την ιστορία, υπέρ ή κατά του υπόδικου, θα πρέπει να ανησυχούμε. Είναι γελοίο και μαζί επικίνδυνο. Επιπλέον, η δίκη αυτή είναι ατελέσφορη. Ο υπόδικος συγγραφέας γράφει και δημοσιεύει στο εξωτερικό. Το επίδικο μάλιστα βιβλίο είναι εξαντλημένο από καιρό στην Ελλάδα. Κανονικά οι δικαστικές αρχές μόλις είχαν παραλάβει τη μηνυτήριο αναφορά θα έπρεπε κατευθείαν να την αρχειοθετήσουν. Γιατί δεν το έκαναν;
Δεν αρκεί να καταδικάσουμε τη δίωξη αυτή.
Είναι σημαντικότερο να αναρωτηθούμε το γιατί συνέβη. Γιατί οι δικαστικές αρχές δεν αρχειοθέτησαν ευθύς εξαρχής την υπόθεση αυτή; Γιατί δεν τέθηκε από όλους με σαφήνεια το ανύπαρκτο του αδικήματος; Τι σημαίνει αυτό; Μήπως ότι η συνείδηση που έχουμε για την ελευθερία και τη δημοκρατία είναι αβαθής, για να μην πω επιδερμική; Αυτοί που πήραν τη μηνυτήρια αναφορά του στρατηγού στα χέρια τους δεν πέρασαν από τις νομικές σχολές της χώρας; Και όμως η παράδοση του νομικού φιλελευθερισμού απλώνεται σε δυο αιώνες στη Ελλάδα. Ποια ιδεολογία επικρατεί στο δικαστικό σώμα; Αλλά και ο στρατηγός που έκανε τη μηνυτήρια αναφορά; Μετά το 1974 δεν αποφασίσαμε ότι ο στρατός θα πρέπει να διαπαιδαγωγηθεί στις βασικές αρχές της ελευθερίας και της δημοκρατίας ώστε να τις θεωρεί αυτονόητες; Δεν διδάσκεται συνταγματικό δίκαιο και δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις στρατιωτικές σχολές; Ωστόσο, όταν τόσοι πολλοί υποστηρίζουν τη δίωξη, όπως δημοσιογράφοι ή άλλα δημόσια πρόσωπα σε τοπική ή εθνική κλίμακα, αυτό δεν μας λέει κάτι για την αποτυχία της εκπαίδευσης να διαπαιδαγωγήσει δημοκρατικούς πολίτες;
Αυτή η δίκη έγινε με τις διατάξεις του αντιρατσιστικού νόμου. Μαζί με άλλους ιστορικούς είχαμε διαμαρτυρηθεί και πριν και κατά τη διάρκεια της ψήφισης του νόμου αυτού ότι οι διατάξεις του περί γενοκτονιών, εκτός του γεγονότος ότι στρέφονται εναντίον της ελευθερίας της γνώμης, θα αποδειχτούν επικίνδυνες ιδιαίτερα για την έκφραση ιστορικής γνώμης. Ποια απόδειξη μεγαλύτερη από αυτή τη δίκη; Κι όμως πολλοί που διαμαρτύρονται τώρα, τότε είχαν αποδεχτεί αυτές τις διατάξεις. Το τίμημαγια να ψηφιστεί το αντιρατσιστικό ήταν η αποδοχή της δυνατότητας αστυνόμευσης της ιστορικής σκέψης στα θεωρούμενα ως κομβικά εθνικά θέματα. Σκελετός στο ντουλάπι; Μια αποκωδικοποίηση των δημόσιων λόγων και αντιπαραθέσεων γύρω από το αντιρατσιστικό και τις γενοκτονίες θα δείξει ότι υπάρχουν κι άλλοι σκελετοί, δυσδιάκριτοι αλλά εξίσου τρομακτικοί.
Τέλος, γιατί συμβαίνουν τόσο συχνά αντιπαραθέσεις, δικαστικές ή άλλες, γύρω από την ιστορία;
Από τις αρχές του 1990, με επαναλαμβανόμενη συχνότητα και ένταση, οι πολιτισμικές αντιπαραθέσεις αφορούν την ιστορία (Μακεδονικό, Γενοκτονίες, Ταυτότητες, Εγχειρίδιο Ιστορίας, Επιθέσεις εναντίον της Ρεπούση, της Δραγώνα, του Φίλη και άλλων). Κάθε φορά υπάρχουν συγκεκριμένες ομάδες που δηλητηριάζουν την ατμόσφαιρα και δημιουργούν ατμόσφαιρα ηθικού πανικού. Ωστόσο το ερώτημα είναι: γιατί τα καταφέρνουν; Γιατί και πώς εξασφαλίζουν την προσοχή; Γιατί επιλέγουν την ιστορία ως το κατεξοχήν πεδίο αυτών των αντιπαραθέσεων, και γιατί η ιστορία εξασφαλίζει εθνικό ακροατήριο και μαζική μέθεξη;
Η απάντηση βρίσκεται πρώτον, στη σύγχυση παρελθόντος και ιστορίας που έχει εκρηκτικά αποτελέσματα, και δεύτερον, στο διπλό ρόλο της ιστορίας. Η ιστορία επαγγέλλεται αφενός τη γνώση των παρελθόντων γεγονότων και των μετασχηματισμών της κοινωνίας και του πολιτισμού, αφετέρου τη δημιουργία ταυτοτήτων. Άλλοτε λοιπόν αποκτά βάρος και προτεραιότητα η γνωσιακή της λειτουργία, άλλοτε η ταυτοτική. Κατ’ αντιστοιχία άλλοτε υπερισχύει η δημόσια ιστορία, και άλλοτε η ερευνητική ιστοριογραφία (κατά κανόνα η πρώτη, κατ’ εξαίρεση η δεύτερη). Αν η ερευνητική ιστοριογραφία προχωρά θέτοντας ερωτήματα και διατυπώνοντας απορίες, η δημόσια ιστορία οργανώνεται και αμύνεται γύρω από απόλυτες και παγωμένες στο χρόνο βεβαιότητες. Αν η πρώτη αλλάζει οπτικές και το σφρίγος της εξαρτάται από τα νέα ερωτήματα που θέτει, η δεύτερη αντλεί κύρος από την προβολή και την καθαγίαση των αληθειών της στο παρελθόν. Έτσι κάθε νέα γνώση ή προοπτική θεωρείται βεβήλωση, αναθεώρηση της ιστορίας, κάτι εξορισμού κακό και καταδικαστέο, όπως η αλλοίωση των ιερών δογμάτων. Αυτό δεν είναι σχήμα λόγου, γιατί εδώ ακριβώς θέλω να καταλήξω.
Η μέθεξη στη διαμάχη γύρω από την ιστορία, σημαίνει ότι η υποστασιοποιημένη ιστορία (προϋπόθεση και αποτέλεσμα της ταύτισης ιστορίας και παρελθόντος) έχει αντικαταστήσει τη θρησκεία ως δημιουργός ταυτοτήτων.
Αυτή είναι μια γενικότερη τάση, παρατηρείται σε όλες τις δυτικές κοινωνίες σε βάθος χρόνου και αναπτύσσεται στο βαθμό που υποχωρεί ο χριστιανισμός ως οργανικό σύστημα πεποιθήσεων και συναισθημάτων. Και στην Ελλάδα συμβαίνει αυτό, αλλά με την ιδιομορφία ότι η θρησκεία είχε πολιτικοποιηθεί και αποκτήσει εθνικά χαρακτηριστικά από τον 19ο αιώνα, πράγμα άλλωστε που έδωσε στην εκκοσμίκευση των νοοτροπιών ένα ιδιαίτερο χαρακτήρα συνύφανσης του θρησκευτικού ως εθνικού με το εθνικό ως ιερό. Ιερό σημαίνει άβατο, και η είσοδος της ιστορίας στο άβατο του εθνικού ιερού σημαίνει ακύρωση της ιστορίας ως μιας εκκοσμικευμένης πρακτικής. Πάνω στο υπόβαθρο αυτό, που είναι παραγωγικό ως προς την παραγωγή συνειδησιακών στάσεων, αναπτύσσονται διάφορες στρατηγικές που διαπερνούν το πολιτικό φάσμα εγκαρσίως, και κυρίως ένα άγχος που αναζητά να αντισταθμίσει το στραπατσαρισμένο σήμερα με το αρυτίδωτο χτες. Πάντως με τα υλικά αυτά έχει δημιουργηθεί μια νέα εθνικοφροσύνη η οποία θέτει τα όρια και την ατζέντα του τι λέγεται και τι δεν λέγεται στη δημόσια σφαίρα, ποιος επιτρέπεται να μιλά και ποιος όχι. Ακόμη περισσότερο αναδιατάσσει τον πολιτικό χάρτη. Το συνταγματικό τόξο δεν συμπίπτει με το ‘εθνικό’ τόξο.
=============================================================
Δικάζει απλώς –και πολύ κακώς– την ελευθερία της γνώμης, την ελευθερία της έκφρασης, την ελευθερία να διατυπώνει κανείς τις απόψεις του δημοσίως. Η ελευθερία της γνώμης σημαίνει ότι το να διατυπώνει κανείς σωστές ή λάθος προτάσεις δεν είναι υπόθεση ούτε του κράτους, ούτε της αστυνομίας, ούτε των δικαστηρίων. Δεν έχει καμιά σημασία αν ο Ρίχτερ έχει ή δεν έχει δίκιο, αν διάβασε ή όχι το τελευταίο ιστορικό πόνημα που διάβασε και ο Γ. Μαργαρίτης που ξιφούλκησε εναντίον του. Καμιά. Αν η ελευθερία της γνώμης ήταν η ελευθερία του αληθούς και η απαγόρευση του λάθους, θα ζούσαμε υπό στυγνή ολοκληρωτική δικτατορία. Ελευθερία σημαίνει το δικαίωμα να εκφέρω γνώμες που μερικοί τις θεωρούν λάθος, άλλοι σωστές, και κάποιοι τρίτοι αδιάφορες. Όταν βλέπουμε επομένως τα δικαστήρια να γίνονται τόπος ανταλλαγής επιχειρημάτων για την ιστορία, υπέρ ή κατά του υπόδικου, θα πρέπει να ανησυχούμε. Είναι γελοίο και μαζί επικίνδυνο. Επιπλέον, η δίκη αυτή είναι ατελέσφορη. Ο υπόδικος συγγραφέας γράφει και δημοσιεύει στο εξωτερικό. Το επίδικο μάλιστα βιβλίο είναι εξαντλημένο από καιρό στην Ελλάδα. Κανονικά οι δικαστικές αρχές μόλις είχαν παραλάβει τη μηνυτήριο αναφορά θα έπρεπε κατευθείαν να την αρχειοθετήσουν. Γιατί δεν το έκαναν;
Δεν αρκεί να καταδικάσουμε τη δίωξη αυτή.
Είναι σημαντικότερο να αναρωτηθούμε το γιατί συνέβη. Γιατί οι δικαστικές αρχές δεν αρχειοθέτησαν ευθύς εξαρχής την υπόθεση αυτή; Γιατί δεν τέθηκε από όλους με σαφήνεια το ανύπαρκτο του αδικήματος; Τι σημαίνει αυτό; Μήπως ότι η συνείδηση που έχουμε για την ελευθερία και τη δημοκρατία είναι αβαθής, για να μην πω επιδερμική; Αυτοί που πήραν τη μηνυτήρια αναφορά του στρατηγού στα χέρια τους δεν πέρασαν από τις νομικές σχολές της χώρας; Και όμως η παράδοση του νομικού φιλελευθερισμού απλώνεται σε δυο αιώνες στη Ελλάδα. Ποια ιδεολογία επικρατεί στο δικαστικό σώμα; Αλλά και ο στρατηγός που έκανε τη μηνυτήρια αναφορά; Μετά το 1974 δεν αποφασίσαμε ότι ο στρατός θα πρέπει να διαπαιδαγωγηθεί στις βασικές αρχές της ελευθερίας και της δημοκρατίας ώστε να τις θεωρεί αυτονόητες; Δεν διδάσκεται συνταγματικό δίκαιο και δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις στρατιωτικές σχολές; Ωστόσο, όταν τόσοι πολλοί υποστηρίζουν τη δίωξη, όπως δημοσιογράφοι ή άλλα δημόσια πρόσωπα σε τοπική ή εθνική κλίμακα, αυτό δεν μας λέει κάτι για την αποτυχία της εκπαίδευσης να διαπαιδαγωγήσει δημοκρατικούς πολίτες;
Αυτή η δίκη έγινε με τις διατάξεις του αντιρατσιστικού νόμου. Μαζί με άλλους ιστορικούς είχαμε διαμαρτυρηθεί και πριν και κατά τη διάρκεια της ψήφισης του νόμου αυτού ότι οι διατάξεις του περί γενοκτονιών, εκτός του γεγονότος ότι στρέφονται εναντίον της ελευθερίας της γνώμης, θα αποδειχτούν επικίνδυνες ιδιαίτερα για την έκφραση ιστορικής γνώμης. Ποια απόδειξη μεγαλύτερη από αυτή τη δίκη; Κι όμως πολλοί που διαμαρτύρονται τώρα, τότε είχαν αποδεχτεί αυτές τις διατάξεις. Το τίμημαγια να ψηφιστεί το αντιρατσιστικό ήταν η αποδοχή της δυνατότητας αστυνόμευσης της ιστορικής σκέψης στα θεωρούμενα ως κομβικά εθνικά θέματα. Σκελετός στο ντουλάπι; Μια αποκωδικοποίηση των δημόσιων λόγων και αντιπαραθέσεων γύρω από το αντιρατσιστικό και τις γενοκτονίες θα δείξει ότι υπάρχουν κι άλλοι σκελετοί, δυσδιάκριτοι αλλά εξίσου τρομακτικοί.
Τέλος, γιατί συμβαίνουν τόσο συχνά αντιπαραθέσεις, δικαστικές ή άλλες, γύρω από την ιστορία;
Από τις αρχές του 1990, με επαναλαμβανόμενη συχνότητα και ένταση, οι πολιτισμικές αντιπαραθέσεις αφορούν την ιστορία (Μακεδονικό, Γενοκτονίες, Ταυτότητες, Εγχειρίδιο Ιστορίας, Επιθέσεις εναντίον της Ρεπούση, της Δραγώνα, του Φίλη και άλλων). Κάθε φορά υπάρχουν συγκεκριμένες ομάδες που δηλητηριάζουν την ατμόσφαιρα και δημιουργούν ατμόσφαιρα ηθικού πανικού. Ωστόσο το ερώτημα είναι: γιατί τα καταφέρνουν; Γιατί και πώς εξασφαλίζουν την προσοχή; Γιατί επιλέγουν την ιστορία ως το κατεξοχήν πεδίο αυτών των αντιπαραθέσεων, και γιατί η ιστορία εξασφαλίζει εθνικό ακροατήριο και μαζική μέθεξη;
Η απάντηση βρίσκεται πρώτον, στη σύγχυση παρελθόντος και ιστορίας που έχει εκρηκτικά αποτελέσματα, και δεύτερον, στο διπλό ρόλο της ιστορίας. Η ιστορία επαγγέλλεται αφενός τη γνώση των παρελθόντων γεγονότων και των μετασχηματισμών της κοινωνίας και του πολιτισμού, αφετέρου τη δημιουργία ταυτοτήτων. Άλλοτε λοιπόν αποκτά βάρος και προτεραιότητα η γνωσιακή της λειτουργία, άλλοτε η ταυτοτική. Κατ’ αντιστοιχία άλλοτε υπερισχύει η δημόσια ιστορία, και άλλοτε η ερευνητική ιστοριογραφία (κατά κανόνα η πρώτη, κατ’ εξαίρεση η δεύτερη). Αν η ερευνητική ιστοριογραφία προχωρά θέτοντας ερωτήματα και διατυπώνοντας απορίες, η δημόσια ιστορία οργανώνεται και αμύνεται γύρω από απόλυτες και παγωμένες στο χρόνο βεβαιότητες. Αν η πρώτη αλλάζει οπτικές και το σφρίγος της εξαρτάται από τα νέα ερωτήματα που θέτει, η δεύτερη αντλεί κύρος από την προβολή και την καθαγίαση των αληθειών της στο παρελθόν. Έτσι κάθε νέα γνώση ή προοπτική θεωρείται βεβήλωση, αναθεώρηση της ιστορίας, κάτι εξορισμού κακό και καταδικαστέο, όπως η αλλοίωση των ιερών δογμάτων. Αυτό δεν είναι σχήμα λόγου, γιατί εδώ ακριβώς θέλω να καταλήξω.
Η μέθεξη στη διαμάχη γύρω από την ιστορία, σημαίνει ότι η υποστασιοποιημένη ιστορία (προϋπόθεση και αποτέλεσμα της ταύτισης ιστορίας και παρελθόντος) έχει αντικαταστήσει τη θρησκεία ως δημιουργός ταυτοτήτων.
Αυτή είναι μια γενικότερη τάση, παρατηρείται σε όλες τις δυτικές κοινωνίες σε βάθος χρόνου και αναπτύσσεται στο βαθμό που υποχωρεί ο χριστιανισμός ως οργανικό σύστημα πεποιθήσεων και συναισθημάτων. Και στην Ελλάδα συμβαίνει αυτό, αλλά με την ιδιομορφία ότι η θρησκεία είχε πολιτικοποιηθεί και αποκτήσει εθνικά χαρακτηριστικά από τον 19ο αιώνα, πράγμα άλλωστε που έδωσε στην εκκοσμίκευση των νοοτροπιών ένα ιδιαίτερο χαρακτήρα συνύφανσης του θρησκευτικού ως εθνικού με το εθνικό ως ιερό. Ιερό σημαίνει άβατο, και η είσοδος της ιστορίας στο άβατο του εθνικού ιερού σημαίνει ακύρωση της ιστορίας ως μιας εκκοσμικευμένης πρακτικής. Πάνω στο υπόβαθρο αυτό, που είναι παραγωγικό ως προς την παραγωγή συνειδησιακών στάσεων, αναπτύσσονται διάφορες στρατηγικές που διαπερνούν το πολιτικό φάσμα εγκαρσίως, και κυρίως ένα άγχος που αναζητά να αντισταθμίσει το στραπατσαρισμένο σήμερα με το αρυτίδωτο χτες. Πάντως με τα υλικά αυτά έχει δημιουργηθεί μια νέα εθνικοφροσύνη η οποία θέτει τα όρια και την ατζέντα του τι λέγεται και τι δεν λέγεται στη δημόσια σφαίρα, ποιος επιτρέπεται να μιλά και ποιος όχι. Ακόμη περισσότερο αναδιατάσσει τον πολιτικό χάρτη. Το συνταγματικό τόξο δεν συμπίπτει με το ‘εθνικό’ τόξο.
=============================================================
Αντώνης Λιάκος
Ο Αντώνης Λιάκος γεννήθηκε το 1947 στην Αθήνα. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Στα 1969-73 φυλακίστηκε από τη δικτατορία. Πτυχιούχος στα 1977, συνέχισε με υποτροφία του Ι.Κ.Υ. και του Συμβουλίου της Ευρώπης μεταπτυχιακές σπουδές στην Ιταλία, διδακτορική διατριβή στη νεότερη και σύγχρονη ιστορία στο Α.Π.Θ. (1984). Δίδαξε στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Α.Π.Θ. (1981-1990). Επισκέπτης ερευνητής/καθηγητής στα Πανεπιστήμια Μπέρμιγχαμ, European University Institute (Φλωρεντία), Πρίνστον, Νέας Υόρκης, Σύντνεϋ, École normale supérieure (Παρίσι), Πανεπιστήμιο του Πεκίνου.
Συνέβαλε στην ίδρυση του Ι.Α.Κ.Α. στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και συμμετείχε στο πρόγραμμα European Doctorate in the Social History of Europe.
Από το 1990 καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Έχει διατελέσει μέλος της Εφορείας των Γ.Α.Κ., της Επιτροπής Ιστορίας της Εθνικής Τράπεζας, των Α.Σ.Κ.Ι., του Ιστορικού Αρχείου του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Είναι managing editor του περιοδικού Historein/Ιστορείν, πρόεδρος της International Commission for History and Theory of Historiography, διηύθυνε εκδοτικές σειρές Ιστορίας στις εκδόσεις Γνώση, Θεμέλιο και Νεφέλη.
Την περασμένη δεκαετία υπήρξε μέλος των ερευνητικών ομάδων NHIST (Writing of National Histories in Nineteenth and Twentieth Century Europe) και CLIOHRES.net (Creating Links and Innovative Overviews for a New History Research Agenda for the Citizens of a Growing Europe).
Το ερευνητικό και συγγραφικό έργο αφορά τη νεότερη και σύγχρονη ιστορία και την ιστορία και θεωρία της ιστορίας.
Έχει εκδώσει επτά μονογραφίες (από τις οποίες μία μεταφράστηκε στα ιταλικά και μία στα τουρκικά) και έχει δημοσιεύσει πενήντα μελέτες περίπου σε ελληνικά, αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά επιστημονικά περιοδικά και ειδικούς τόμους. Αρθρογραφεί συχνά στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο.
Το 2012 έλαβε το Κρατικό Βραβείο Δοκιμίου για το βιβλίο του Αποκάλυψη, ουτοπία, ιστορία (Πόλις, 2011).
Στα 1969-73 φυλακίστηκε από τη δικτατορία. Πτυχιούχος στα 1977, συνέχισε με υποτροφία του Ι.Κ.Υ. και του Συμβουλίου της Ευρώπης μεταπτυχιακές σπουδές στην Ιταλία, διδακτορική διατριβή στη νεότερη και σύγχρονη ιστορία στο Α.Π.Θ. (1984). Δίδαξε στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Α.Π.Θ. (1981-1990). Επισκέπτης ερευνητής/καθηγητής στα Πανεπιστήμια Μπέρμιγχαμ, European University Institute (Φλωρεντία), Πρίνστον, Νέας Υόρκης, Σύντνεϋ, École normale supérieure (Παρίσι), Πανεπιστήμιο του Πεκίνου.
Συνέβαλε στην ίδρυση του Ι.Α.Κ.Α. στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και συμμετείχε στο πρόγραμμα European Doctorate in the Social History of Europe.
Από το 1990 καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Έχει διατελέσει μέλος της Εφορείας των Γ.Α.Κ., της Επιτροπής Ιστορίας της Εθνικής Τράπεζας, των Α.Σ.Κ.Ι., του Ιστορικού Αρχείου του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Είναι managing editor του περιοδικού Historein/Ιστορείν, πρόεδρος της International Commission for History and Theory of Historiography, διηύθυνε εκδοτικές σειρές Ιστορίας στις εκδόσεις Γνώση, Θεμέλιο και Νεφέλη.
Την περασμένη δεκαετία υπήρξε μέλος των ερευνητικών ομάδων NHIST (Writing of National Histories in Nineteenth and Twentieth Century Europe) και CLIOHRES.net (Creating Links and Innovative Overviews for a New History Research Agenda for the Citizens of a Growing Europe).
Το ερευνητικό και συγγραφικό έργο αφορά τη νεότερη και σύγχρονη ιστορία και την ιστορία και θεωρία της ιστορίας.
Έχει εκδώσει επτά μονογραφίες (από τις οποίες μία μεταφράστηκε στα ιταλικά και μία στα τουρκικά) και έχει δημοσιεύσει πενήντα μελέτες περίπου σε ελληνικά, αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά επιστημονικά περιοδικά και ειδικούς τόμους. Αρθρογραφεί συχνά στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο.
Το 2012 έλαβε το Κρατικό Βραβείο Δοκιμίου για το βιβλίο του Αποκάλυψη, ουτοπία, ιστορία (Πόλις, 2011).
Ηλεκτρονική διεύθυνση: aliakos@otenet.gr
Ιστοσελίδες: www.antonisliakos.gr
http://uoa.academia.edu/AntonisLiakos
http://www.culturahistorica.es/liakos.english.html
ΠΗΓΗ:chronosmag.eu/index.php/ls-e-p-pe.html
=============================================
=============================================
Το Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης του Παντείου
Πανεπιστημίου υπέρ Χάινς Ρίχτερ και κατά της “ποινικοποίησης της έκφρασης
επιστημονικής άποψης”
Αδριάκαινα Ελένη, επικ. καθηγήτρια
Ανανιάδης Γρηγόρης, αναπλ. καθηγητής
Βεντούρα Λίνα, καθηγήτρια
Βούλγαρης Γιάννης, καθηγητής
Γεωργιάδου Βασιλική, αναπλ. καθηγήτρια
Ηρακλείδης Αλέξης, καθηγητής
Θεοτοκάς Νίκος, καθηγητής
Ιορδάνογλου Χρυσάφης, επικ. καθηγητής
Ιωαννίδης Σταύρος, καθηγητής
Κατσάπης Κωνσταντίνος, διδάκτωρ
Κόλλιας Ανδρέας, επικ. καθηγητης
Κουλούρη Χριστίνα, καθηγητρια
Κουντούρη Φανή, επικ. καθηγήτρια
Λαδή Στέλλα, επικ. καθηγήτρια
Λούβη Λίνα, αναπλ. καθηγήτρια
Λυμπεράτος Ανδρέας, επικ. καθηγητής
Παπαγεωργίου Στέφανος, καθηγητής
Παπαδημητρίου Δέσποινα, αναπλ. καθηγήτρια
Πεσμαζόγλου Στέφανος, καθηγητης
Σεφεριάδης Σεραφείμ, αναπλ. καθηγητής
Τομαρά – Σιδέρη Ματούλα, καθηγήτρια
Φαράκλας Γιώργος, καθηγητής
Φουντεδάκη Πηνελόπη, αναπλ. καθηγήτρια
Φουρτούνης Γιώργος, επικ. καθηγητής
Χριστόπουλος Δημήτρης, αναπλ. Καθηγητής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου