Η τύχη του νέου Γάλλου Προέδρου θα κριθεί
στην ευρωπαϊκή αρένα
O μεγάλος ασθενής της Ευρώπης δεν είναι η Γαλλία αλλά
η ίδια η Ευρώπη, διότι πάσχει από χρόνια ανικανότητα να παράγει επαρκή εγχώρια
ζήτηση.
-----------------------------------------------
Μολονότι είναι πιθανότατο να αποκρουστεί στον δεύτερο
γύρο των προεδρικών εκλογών, ο λαϊκιστικός πειρασμός της Γαλλίας δεν πρέπει να
υποτιμάται, διότι υπογραμμίζει τις δυσκολίες που περνά ένα από τα ιδρυτικά μέλη
της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η συμβατική σοφία περιγράφει την Γαλλία ως μια
πεισματικά άκαμπτη οικονομία, η οποία έχει αλλεργία στις μεταρρυθμίσεις, πράγμα
που την καθιστά ολοένα και λιγότερο ανταγωνιστική.
Η αύξηση των ελλειμμάτων στο
εμπορικό ισοζύγιο πληρωμών είναι ο καλύτερος δείκτης αυτής της απώλειας
ελκυστικότητας της γαλλικής οικονομίας.
Όπως συμβαίνει συχνά, η συμβατική σοφία δείχνει μιαν
εικόνα που είναι υπερβολικά απλοϊκή.
Η παραγωγικότητα της Γαλλίας δεν είναι
σήμερα στάσιμη ούτε και ήταν στάσιμη στο παρελθόν.
Από τη δεκαετία του 1970, το
οικονομικό προϊόν ανά εργαζόμενο στη Γαλλία και τη Γερμανία αυξήθηκε ευρέως, με
τον ίδιο μέσο ρυθμό ανόδου, ρυθμό πολύ υψηλότερο σε σύγκριση με του Ηνωμένου
Βασίλειου ή της Ιταλίας.
Όσον αφορά τις επενδύσεις, την καινοτομία, την έρευνα
και ανάπτυξη, οι επιδόσεις της Γαλλίας είναι εξίσου καλές όσο και των
περισσότερων από τους κύριους εμπορικούς εταίρους της, για να μην πούμε ακόμη
καλύτερες.
Το εργατικό δυναμικό της είναι καλά εκπαιδευμένο.
Τόσο οι
εξερχόμενες όσο και οι εισερχόμενες διασυνοριακές ροές άμεσων επενδύσεων είναι
παρόμοιες με άλλων χωρών του ΟΟΣΑ· οι υποδομές είναι από τις καλύτερες στην
Ευρώπη· και η συνολική της οικονομική ελκυστικότητα (όπως μετράται, για
παράδειγμα, με τον Δείκτη Ευκολίας του Επιχειρείν - Ease of Doing Business
index), μολονότι δεν είναι κορυφαία, κάθε άλλο παρά εμπνέει ανησυχίες.
Όλα αυτά
δεν διαψεύδουν το γεγονός ότι η Γαλλία έχει προβλήματα - κυριότερο είναι το
ποσοστό της ανεργίας, που παραμένει πεισματικά υψηλό και κόστισε πολύ στον
Φρανσουά Ολάντ (François Hollande).
Όμως αυτά τα προβλήματα πρέπει να
αξιολογηθούν (και να αντιμετωπιστούν) εξετάζοντας την ευρύτερη εικόνα· και η
πραγματική εικόνα είναι μιας χώρας συγκρίσιμης σε δυναμισμό και οικονομική
απόδοση με άλλες προηγμένες οικονομίες.
Το πρόβλημα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών
προκύπτει από την πλευρά του κόστους, καθώς ο ανταγωνισμός στις τιμές, ιδίως εκ
μέρους του κύριου εταίρου και ανταγωνιστή της Γαλλίας, της Γερμανίας, οδήγησε
σταδιακά στην απώλεια μεριδίου αγοράς για τις γαλλικές επιχειρήσεις.
Όμως αυτό
δεν σηματοδοτεί ένα πρόβλημα της Γαλλίας, αλλά μάλλον το αντίθετο.
Από τότε που
εισήχθη το ευρώ ως κοινό νόμισμα, το εργασιακό κόστος στη Γαλλία αυξήθηκε
σύμφωνα με την αύξηση της παραγωγικότητας, ενώ δεν μπορεί να ειπωθεί ότι συνέβη
το ίδιο στη Γερμανία, ιδιαίτερα μετά τη συμπίεση των μισθών που ξεκίνησε εκεί
στα μέσα της δεκαετίας του 2000.
Σε αντίθεση με άλλες χώρες, η Γαλλία επέλεξε να μη
συμμετάσχει στη συμπίεση των μισθών και της εγχώριας ζήτησης.
Και σε αντίθεση
με τις χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας, δεν υποχεώθηκε να περάσει από μια
διαδικασία εσωτερικής υποτίμησης εξαιτίας μιας κρίσης χρέους.
Ως αποτέλεσμα, η
ισχυρή εγχώρια ζήτηση της Γαλλίας απορροφά ένα μέρος των πλεονασμάτων άλλων χωρών
και, μαζί με την υπόλοιπη παγκόσμια οικονομία, διατηρεί την ανάπτυξη αυτών των
πλεονασματικών χωρών.
Το θεσμικό πλαίσιο που ισχύει σήμερα και οι πολιτικές
που ακολουθούνται από το 2010, επιβάλλουν στις χώρες μια διλημματική επιλογή:
είτε τη Σκύλλα του δημοσιονομικού ανταγωνισμού μέσω της μείωσης του εργασιακού
κόστους (και της συνακόλουθης, αναπόφευκτης υποβάθμισης του κράτους πρόνοιας),
είτε τη Χάρυβδη της προστασίας του κράτους πρόνοιας, με απώλειες στο παιχνίδι
της ανταγωνιστικότητας των τιμών.
Η αποτυχία του Ολάντ και πολλών άλλων
ευρωπαίων ηγετών, ήταν η ανικανότητά τους να απελευθερωθούν από αυτή την
διλημματική επιλογή.
Εάν η Γαλλία και η Ευρώπη δεν θέλουν να εγκαταλείψουν
το δικό τους κοινωνικό μοντέλο, πρέπει να βρουν έναν τρόπο να διατηρήσουν την
οικονομική ανάπτυξη χωρίς να εμπλακούν στο παιχνίδι αρνητικού αθροίσματος που
συνίσταται σε εσωτερική υποτίμηση και σε ανταγωνισμό των τιμών. Πρέπει να γίνει
σαφές, ειδικά αυτή την ευαίσθητη στιγμή, ότι η έξοδος (από το ευρώ, από την ΕΕ)
δεν αποτελεί βιώσιμη επιλογή.
Οι χώρες δεν μπορούν να ανακτήσουν τον έλεγχο
στις πολιτικές τους και να διατηρήσουν το κοινωνικό τους μοντέλο, με το να
υποκαταστήσουν την εσωτερική (δηλαδή μισθολογική) υποτίμηση με την εξωτερική
υποτίμηση (δηλαδή με την υποτίμηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας). Μια μικρή
ανοικτή οικονομία, μόνη της, έχει περισσότερες και όχι λιγότερες πιθανότητες να
υποβληθεί σε εξωτερικούς περιορισμούς και πιέσεις - εκτός και κλειστεί στον
εαυτό της και περιχαρακωθεί ώστε να μην επηρεάζεται από την παγκόσμια
οικονομία, όμως αυτό είναι μια επιλογή που ποτέ δεν είχε επιτυχία στο παρελθόν.
Οι διαφορετικές πολιτικές είτε είναι εφικτές εντός της Ευρώπης, είτε είναι
γενικά ανέφικτες.
Ομοίως, με δεδομένο το σημερινό ευρωπαϊκό πλαίσιο, είναι πολύ
δύσκολο να δούμε πώς θα μπορούσε μια μεμονωμένη χώρα να διατηρήσει το κοινωνικό
της μοντέλο, ενώ ταυτόχρονα θα δεχτεί να συμμετάσχει σε μια κούρσα
ανταγωνιστικότητας των τιμών προς τα κάτω.
Η τύχη του επόμενου Γάλλου Προέδρου θα κριθεί στην ευρωπαϊκή πολιτική αρένα. Πρέπει να συμμετάσχει ενεργά σε μια σοβαρή προσπάθεια για να οικοδομηθεί μια συμμαχία και να μεταρρυθμιστεί η Ευρώπη. Ο Ολάντ εξελέγη έχοντας εντολή για μια τέτοια ημερήσια διάταξη, αλλά στη διάρκεια της θητείας του η Γαλλία ήταν εντυπωσιακά απούσα από την ευρωπαϊκή συζήτηση. Δεν λείπουν οι προτάσεις που θα βοηθήσουν να αποφύγουμε τον ανταγωνισμό προς τα κάτω: Οποιαδήποτε θεσμική αλλαγή, η οποία θέτει σε εφαρμογή μηχανισμούς που εμποδίζουν την απόκλιση μεταξύ των χωρών-μελών, θα βοηθούσε.
Η τύχη του επόμενου Γάλλου Προέδρου θα κριθεί στην ευρωπαϊκή πολιτική αρένα. Πρέπει να συμμετάσχει ενεργά σε μια σοβαρή προσπάθεια για να οικοδομηθεί μια συμμαχία και να μεταρρυθμιστεί η Ευρώπη. Ο Ολάντ εξελέγη έχοντας εντολή για μια τέτοια ημερήσια διάταξη, αλλά στη διάρκεια της θητείας του η Γαλλία ήταν εντυπωσιακά απούσα από την ευρωπαϊκή συζήτηση. Δεν λείπουν οι προτάσεις που θα βοηθήσουν να αποφύγουμε τον ανταγωνισμό προς τα κάτω: Οποιαδήποτε θεσμική αλλαγή, η οποία θέτει σε εφαρμογή μηχανισμούς που εμποδίζουν την απόκλιση μεταξύ των χωρών-μελών, θα βοηθούσε.
Αυτό που λείπει
πολύ είναι η πολιτική βούληση και η ικανότητα επιβολής τέτοιων θεσμικών
αλλαγών. Εάν ο νέος Γάλλος Πρόεδρος δεν καταφέρει να παίξει αυτόν τον ρόλο μέσα
στην Ευρώπη, θα μείνει παγιδευμένος ανάμεσα στη Σκύλλα και στη Χάρυβδη που
καταδίκασαν τους δύο προκατόχους του και τους οδήγησαν σε σύγχυση και σε
λανθασμένες πολιτικές.
Η Γαλλία δεν μπορεί να διατηρήσει το κοινωνικό μοντέλο
της εάν δεν καταφέρει να πυροδοτήσει αλλαγές στην Ευρώπη.
Και αντιστρόφως,
μόνον η Γαλλία έχει τη δύναμη να χτίσει έναν συνασπισμό με στόχο να
αντιστραφούν οι αποπληθωριστικές πολιτικές που μαστίζουν την Παλαιά Ήπειρο.
Στις 7 Μαΐου 2017 διακυβεύεται η Ευρώπη.
του Φραντσέσκο Σαρατσένο
------------------------------------------------------------
Ο Francesco Saraceno είναι ερευνητής και αναπληρωτής
διευθυντής τμήματος του Γαλλικού Παρατηρητηρίου της Οικονομίας
(Observatoire
Français des Conjonctures Économiques OFCE)
στο διεθνές ερευνητικό πανεπιστήμιο
Sciences-Po (Παρίσι).
Σπούδασε στα πανεπιστήμια Columbia (ΗΠΑ) La Sapienza
(Ρώμη).
Στα ερευνητικά αντικείμενά του περιλαμβάνονται η σχέση μεταξύ
κοινωνικής ανισότητας και μακροοικονομικής αποτελεσματικότητας, οι ευρωπαικές
μακροοικονομικές πολιτικές και η
αλληλεπίδραση μεταξύ διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και της δημοσιονομικής
και νομισματικής πολιτικής. Δημοσιεύει εργασίες του σε περιοδικά
(μεταξύ άλλων Journal of Public Economic Theory, Journal of
Economic Behavior and Organization, Journal of Economic Dynamics and Control,
Scottish Journal of Political Economy, Journal of Post-Keynesian Economics,
Journal of Evolutionary Economics και Structural Change and Economic Dynamics).
Το
2000 έγινε μέλος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων Council of Economic
Advisors του ιταλικού πρωθυπουργικού γραφείου.
Μετά το 2002 εργάζεται στο OFCE
και διδάσκει στο Sciences-Po διεθνή και ευρωπαικά μακροοικονομικά.
Εργάστηκε επίσης στο γαλλικό Εθνικό Κέντρο
Επιστημονικών Ερευνών (CNRS) και ως ερευνητής στο Ινστιτούτο Δικαίου και
Οικονομίας (IDEFI, Νίκαια Σοφία-Αντίπολις).
-------------------------------------------------------------
ΠΗΓΗ:aftercrisisblog.blogspot.gr/2017/05/blog-post_6.html#more
€ « » $ ●▲▼◄►
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου