Τα αδιέξοδα και οι κίνδυνοι από την απουσία εθνικής πολιτικής στην περιοχή
Για κάποιον που έχει γεννηθεί το 1975, είναι πολύ δύσκολο να καταλάβει τι πραγματικά ήταν η χούντα των συνταγματαρχών και ποιες ήταν οι συνέπειές της στην ψυχή των Ελλήνων που την έζησαν. Όπως το ίδιο δύσκολο είναι να καταλάβει ο ίδιος άνθρωπος το μίσος που έτρεφαν οι παππούδες του για τους ναζί λόγω των εγκλημάτων που είχαν διαπράξει στην οικογένεια και το χωριό τους.
Χωρίς την εμπειρική πρόσληψη αυτών των προβλημάτων όλα περνούν στην ιστορία και μετατρέπονται από πάθη σε σελίδες βιβλίων. Κατ’ αντιστοιχία, οι μικρές κοινωνίες με διαφορετικά χαρακτηριστικά συγχωνεύονται στην κυρίαρχη κουλτούρα και οι περιπέτειες ή οι δυσκολίες τής συγχώνευσης γίνονται για τη νέα γενιά μια ιστορία των παππούδων, εφόσον βέβαια η κυρίαρχη κουλτούρα το επιθυμεί και πράξει τα αυτονόητα για την εξυπηρέτηση αυτού του σκοπού.
Η ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων υπήρξε ανέκαθεν, με κορύφωση τον 19ο αιώνα ένας τέτοιος χώρος υψηλών παθών, λόγω και της εθνοτικής ανομοιογένειας ορισμένων εκ των νέων κρατών που προέκυψαν από αλλεπάλληλες συγκρούσεις και πολέμους την ίδια περίοδο. Αυτό το πρόβλημα ευτυχώς δεν αφορούσε την Ελλάδα, παρότι συμμετείχε σε όλους τους πολέμους. Τα σύνορα άλλαξαν αρκετές φορές λόγω αυτών των συγκρούσεων και, μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο που τα ίδια εθνικιστικά πάθη οδήγησαν την ανθρωπότητα στο χείλος της καταστροφής, υπήρξε, με ελάχιστες εξαιρέσεις, μια άτυπη Ευρωπαϊκή σιγή των όπλων. Αυτή η περίοδος όμως, όπως δείχνουν και τα γεγονότα στην Ουκρανία φαίνεται να πέρασε οριστικά. Λόγω, μεταξύ άλλων, και της εξόφθαλμης αδυναμίας τής ΕΕ να παίξει τον καθοριστικό της γεωστρατηγικό ρόλο, αλλά και της κατάρρευσης της ιδιότυπης ισορροπίας μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων που είχε δημιουργηθεί με τον Ψυχρό Πόλεμο.
Η χώρα μας, όπως πάντα, φαίνεται να είναι απροετοίμαστη σ’ αυτό που έρχεται.
Όπως έκανε και πριν την οικονομική κρίση έχει σταυρώσει τα χέρια και περιμένει από την «μάνα» Ευρώπη να εγγυηθεί την ευημερία και την εθνική της ακεραιότητα. Η πρώτη ψευδαίσθηση, αυτή της ευημερίας, χάθηκε. Οι Έλληνες διαπίστωσαν μέσα στην κρίση ότι οι Γερμανοί και οι Ολλανδοί, μεταξύ άλλων Ευρωπαίων, έχουν διαφορετικά συμφέροντα με τα δικά μας και η ομπρέλα τής ΕΕ δεν είναι αρκετή γι’ αυτούς ώστε να δημιουργηθεί μια κοινή ευρωπαϊκή ταυτότητα συμφερόντων.
Όπως έκανε και πριν την οικονομική κρίση έχει σταυρώσει τα χέρια και περιμένει από την «μάνα» Ευρώπη να εγγυηθεί την ευημερία και την εθνική της ακεραιότητα. Η πρώτη ψευδαίσθηση, αυτή της ευημερίας, χάθηκε. Οι Έλληνες διαπίστωσαν μέσα στην κρίση ότι οι Γερμανοί και οι Ολλανδοί, μεταξύ άλλων Ευρωπαίων, έχουν διαφορετικά συμφέροντα με τα δικά μας και η ομπρέλα τής ΕΕ δεν είναι αρκετή γι’ αυτούς ώστε να δημιουργηθεί μια κοινή ευρωπαϊκή ταυτότητα συμφερόντων.
Οι Έλληνες πράγματι έπεσαν από την αιώρα τής ευημερίας. Γι’ αυτό οφείλουμε να είμαστε προετοιμασμένοι ώστε να μην πέσουμε και από την αιώρα τής εθνικής κυριαρχίας. Η αντίδραση των Ευρωπαίων στην κρίση τής Ουκρανίας έδειξε μάλλον τι θα συμβεί σε περίπτωση μιας εθνικής περιπέτειας της χώρας μας. Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής θα αναλάβει δράση: Θα στείλει στη χώρα μας πενήντα εκατομμύρια ευρώ, τις ευχές του και μια σκληρή δήλωση, και θα κάνει τα πάντα για να διασφαλίσει την ομαλή συνέχιση του εμπορίου με την Τουρκία. Μπορεί και να μην γίνει έτσι, και η παραπάνω σκέψη να αποτελεί μια υπερβολική ή και φοβική αντίδραση απέναντι σε κάτι ανύπαρκτο. Ποιος θέλει, όμως, να επιβεβαιώσει ή να διαψεύσει ένα τέτοιο σενάριο απροετοίμαστος;
Η χώρα, λοιπόν, οφείλει να είναι έτοιμη σε όλα τα επίπεδα. Και ετοιμότητα δεν σημαίνει μόνο αποτρεπτική ικανότητα. Σημαίνει πολύ περισσότερα, ώστε να μην χρειαστεί ποτέ να αποδείξει την αποτρεπτική της ικανότητα. Άλλωστε, το σενάριο των όπλων είναι σε κάθε περίπτωση το χειρότερο δυνατό. Έχει δυστυχία, αίμα και αβεβαιότητα όσον αφορά το αποτέλεσμα. Στόχος πρέπει να είναι πάντα η ειρήνη, η σταθερότητα και η ευημερία.
Τι κάνουμε όμως για αυτά ως χώρα. Ποια είναι η εθνική μας πολιτική; Απ’ ότι φαίνεται στον τομέα αυτόν δεν είμαστε καθόλου αποτελεσματικοί. Την ίδια στιγμή, η «φίλη» και «σύμμαχός» μας στο ΝΑΤΟ, η Τουρκία, ανοίγει προξενεία, εξαγοράζει συνειδήσεις και ετοιμάζει την επόμενη μέρα χτίζοντας τα δικά της εθνικά συμφέροντα πάνω –και- στην δική μας ανικανότητα. Οι γκρεμισμένες γέφυρες και οι μπάρες που δυστυχώς ήταν η πολιτική μας για πολλές δεκαετίες ευτυχώς ξαναχτίστηκαν και ξανασηκώθηκαν. Δημιούργησαν, όμως, το σύνδρομο του κρατούμενου στους μειονοτικούς Έλληνες πολίτες στην Θράκη που υπέστησαν αυτές τις πολιτικές. Πολλοί από αυτούς θα ήθελαν για τον εαυτό τους κάτι άλλο. Η Ελλάδα δεν τους χειρίστηκε με σωφροσύνη. Τους ονόμασε Έλληνες πολίτες αλλά δεν τους ενσωμάτωσε πραγματικά. Σε όλο τον κόσμο, οι διαφορετικές παραδόσεις και ως εκ τούτου οι άνθρωποι που συμμετέχουν σ’ αυτές τείνουν να συγχωνεύονται προς την κυρίαρχη κουλτούρα και σταδιακά η δεύτερη και τρίτη γενιά τείνει να ξεχνάει τις αρχικές καταβολές και συμπεριφορές της.
Εμείς βοηθήσαμε ειρηνικά προς αυτό; Βοηθήσαμε αυτούς τους ανθρώπους «να γίνουν ένα» με τον τόπο στον οποίο ζουν; Μάλλον όχι. Απ’ ότι φαίνεται κάνουμε τα πάντα για να συμβεί το αντίθετο. Αποδεχόμαστε σκοταδιστικές θρησκευτικές πρακτικές, όπως την σαρία, που ούτε οι ίδιοι οι Τούρκοι δεν τις αποδέχονται στην χώρα τους. Μαθαίνουμε σε όλους ανεξαιρέτως -και τους Πομάκους και τους Ρομά- την τουρκική γλώσσα και δεν κάνουμε τίποτα εν γένει ώστε να υπάρξει κοινωνική κινητικότητα και οι νέες γενιές της περιοχής να φύγουν από την κλειστή τους κοινωνία προς αναζήτηση μιας καλύτερης ζωής. Όπως, π.χ. τα υπόλοιπα ελληνόπουλα άφησαν την περιφέρεια (επαρχία) και συγχωνεύθηκαν στα μεγάλα αστικά κέντρα. Αντ’ αυτού προσπαθούμε να επιβάλλουμε σε τρεις διαφορετικές κοινότητες μια ενιαία συνείδηση, που εκτός του πραγματικού γεγονότος ότι αυτή η συνείδηση δεν είναι καθόλου αληθινή για το μεγαλύτερο κομμάτι αυτής της κοινότητας, δεν εξυπηρετεί και σε τίποτα τα εθνικά μας συμφέροντα. Και εθνικό συμφέρον είναι το συμφέρον όλων των Ελλήνων πολιτών για ασφάλεια και ευημερία, για ειρήνη και πρόοδο.
Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΘΡΑΚΗ
Τι συμβαίνει, όμως, πραγματικά στην Θράκη; Στην περιοχή εκτός των Ελλήνων χριστιανών που είναι σχεδόν διπλάσιοι σε αριθμό, γύρω στις 220.000 σε σύνολο 330.000, έχουμε κάπου μεταξύ 100.000 με 110.000 μειονοτικούς, δηλαδή Έλληνες πολίτες Μουσουλμάνους. Αυτή η γενική ομάδα ανθρώπων χωρίζεται σε τρείς διαφορετικές υπο-ομάδες - εάν εξαιρέσουμε έναν μικρό αριθμό Αλεβιτών (περίπου 3.000 άτομα).
Στην πρώτη υπο-ομάδα ανήκουν οι Πομάκοι Έλληνες πολίτες που κατοικούν ως επί το πλείστον σε ορεινές περιοχές και το φυσικό τους παρουσιαστικό διαφέρει από αυτό των άλλων δύο υπο-ομάδων. Η γλώσσα τους είναι σλαβογενής και ο αριθμός τους είναι κατά τι μικρότερος από εκείνον των τουρκογενών, γύρω στις 40.000 άτομα. Μάλιστα, στην κοινότητα των Πομάκων υπάρχουν εφτά διαφορετικές διάλεκτοι. Οι Πομάκοι είναι σλαβογενές φύλο, αρχικά Χριστιανικό, το οποίο εξισλάμισαν οι Οθωμανοί και το φυσικό τους παρουσιαστικό προσιδιάζει περισσότερο σ’ αυτό των βορείων Ευρωπαίων (ξανθοί, γαλανά μάτια, κ.λπ.).
Η δεύτερη υπο-ομάδα είναι αυτή των Ρομά Ελλήνων πολιτών. Κατοικούν στα πεδινά και είναι περίπου 15.000 άτομα. Οι Ρομά τής Ξάνθης (γιατί στην Κομοτηνή έχει και Χριστιανούς) είναι κατ’ όνομα Μουσουλμάνοι, αλλά στην πράξη παγανιστές.
Και, τέλος, υπάρχει η υπο-ομάδα των αυτο-αποκαλούμενων τουρκογενών Ελλήνων πολιτών που αριθμούν γύρω στις 45.000 άτομα, καθώς ένα σημαντικό κομμάτι αυτού του πληθυσμού έφυγε τις δεκαετίες τού 1960 και 1970. Οι Τουρκογενείς είναι Σουνίτες Μουσουλμάνοι (εκτός από τους Αλεβίτες, οι οποίοι ανήκουν σε μια Σιιτική αίρεση και δεν έχουν πολλά κοινά πολιτισμικά χαρακτηριστικά μ’ αυτά των Σουνιτών).
Παρά τις τεράστιες διαφορές μεταξύ αυτών των υπο-ομάδων, το επίσημο ελληνικό κράτος και οι πολιτικοί μας τους αποκαλούν συνήθως ως «τουρκική μειονότητα» και, μάλιστα, λαμβάνουν ως δεδομένο ότι όλοι επιθυμούν και πρέπει να μάθουν την τουρκική γλώσσα. Δηλαδή, φαίνεται ως εάν η εθνική μας πολιτική να είναι ο εκτουρκισμός συνολικά αυτής της ομάδας είτε αυτή το θέλει είτε όχι. Τούτο εκτός από παραβίαση της εθνικής κοινής λογικής αποτελεί και παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τουλάχιστον των δυο εκ των τριών ομάδων, που όχι μόνο αυτοπροσδιορίζονται ως διαφορετικές αλλά είναι διαφορετικές.
Θα αναρωτηθεί κανείς επίσης ότι αφού το μεγαλύτερο κομμάτι τής μειονότητας δεν είναι τουρκογενές, γιατί τα πολιτικά κόμματα επιλέγουν υποψηφίους από το μικρότερο κομμάτι τής μειονότητας; Σ’ αυτόν τον τομέα φαίνεται πως υπάρχει ανάγκη να υπάρξει μια απο-ιδεολογικοποιημένη συμφωνία μεταξύ όλων των κομμάτων ώστε να μην γίνεται η μειονότητα της μειονότητας πεδίο ψηφοθηρικού ανταγωνισμού, που δεν βοηθάει την χώρα και ενισχύει τον ρόλο τού τουρκικού προξενείου να παίζει πολιτικά παιχνίδια εις βάρος μας.
ΑΠΛΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ
Ας δούμε, όμως, επί του πρακτέου μερικές πολιτικές που θα μπορούσαμε να ασκήσουμε προκειμένου να λύσουμε -πάντα ειρηνικά και προς όφελος όλων- αυτό το εθνικό πρόβλημα:
- Αναγνώριση της πολυσυλλεκτικότητας της μειονότητας και δημιουργία εξατομικευμένων πολιτικών στην εκπαίδευση. Οι Πομάκοι και οι Ρομά δεν χρειάζεται να μαθαίνουν την τουρκική γλώσσα εφόσον δεν το επιθυμούν και στους αυτοπροσδιοριζόμενους ως τουρκογενείς Έλληνες πολίτες να δίνεται η δυνατότητα να φοιτούν σε ελληνικά σχολεία, πάντα εφόσον το επιθυμούν. Είναι ενδεικτικό τής κατάστασης που επικρατεί ότι, το ένα τρίτο περίπου των πολιτών τής Θράκης δεν μιλούν καλά ελληνικά και οι περισσότεροι εξ αυτών είναι αναλφάβητοι, δηλαδή δεν μπορούν παρά να παραμείνουν εντός των «τειχών» τής μικρής τους κοινότητας ως γεωργοί και εργάτες, παρότι γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στην Ελλάδα. Αυτό καταδεικνύει την ένδεια και την αστοχία των ελληνικών πολιτικών όσον αφορά το ζήτημα της εκπαίδευσης αυτών των Ελλήνων πολιτών, με την απουσία ελληνικών δημόσιων σχολείων και με την εκπαίδευση των νέων τής μειονότητας να γίνεται σχεδόν αποκλειστικά στην τουρκική γλώσσα. Αντιστοίχως, όσον αφορά τους Πομάκους και τους Ρομά, απουσιάζει μια συνολική εκπαιδευτική πολιτική που να τους διαχωρίζει από τον τουρκογενή πληθυσμό και να τους δίνει την δυνατότητα να μαθαίνουν την γλώσσα τους, παρότι δεν υπάρχει σε πλήρως αναπτυγμένη μορφή -ειδικά για τους Ρομά-, αντί να μαθαίνουν με το ζόρι την τουρκική γλώσσα. Και βέβαια να τους δίνεται η δυνατότητα να μαθαίνουν και την ελληνική γλώσσα ώστε να μπορούν να ενσωματωθούν ισοτίμως στην ελληνική κοινωνία και οικονομία.
- Δημιουργία νέων δημόσιων ολοήμερων σχολείων σε όλες τις ευαίσθητες περιοχές με υψηλό επίπεδο δραστηριοτήτων, μόρφωσης και σίτισης των παιδιών. Αν το ελληνικό κράτος αδυνατεί να αναλάβει αυτόν τον απλό ρόλο, ας επιδοτήσει ιδιώτες σχολάρχες να ανοίξουν υψηλού επιπέδου ιδιωτικά ολοήμερα σχολεία με σίτιση. Όλοι οι Ρομά, Πομάκοι και τουρκογενείς να μπορούν να φοιτούν σε αυτά τα μοντέρνα ευρωπαϊκά σχολεία και να έχουν έτσι δυνατότητα επιλογής αντί να πηγαίνουν στα μειονοτικά σχολεία που διαιωνίζουν την περιθωριοποίησή τους. Φαίνεται απίστευτο πως το ελληνικό κράτος απουσιάζει από αυτόν τον ευαίσθητο χώρο και απωθεί κάθε ιδέα ενσωμάτωσης αυτών των πληθυσμών στην κυρίαρχη ελληνική κουλτούρα και γλώσσα. Για παράδειγμα, η περιοχή Δροσερό έχει περίπου 2.000 παιδιά και μια σχολική υποδομή που δεν μπορεί να φιλοξενήσει ούτε το ένα πέμπτο αυτών των παιδιών, με αποτέλεσμα να διαιωνίζεται ο αναλφαβητισμός και η περιθωριοποίηση του τοπικού μειονοτικού πληθυσμού.
- ►Εξασφάλιση ελεύθερης εισόδου όλων των παιδιών τής μειονότητας στα ελληνικά πανεπιστήμια της Αθήνας, της Πελοποννήσου και της Κρήτης, και επιδότηση των σπουδών τους ώστε να μπορούν να μένουν σ’ αυτές τις πόλεις μακριά από το σπίτι τους. Εξασφάλιση, σε όλους ανεξαιρέτως, υποτροφίας για σπουδές στην αλλοδαπή και δημιουργία, σε συνεργασία με τον απόδημο ελληνισμό, κέντρου ανεύρεσης εργασίας στο εξωτερικό για τους Έλληνες πολίτες τής μειονότητας, εφόσον το επιθυμούν να συνεχίσουν τη ζωή τους εκτός της χώρας.
- ►Σε όσους δεν σπουδάσουν, εξασφάλιση θέσεων εργασίας στο δημόσιο, ειδικά στους Δήμους και τις Υπηρεσίες τής Περιφέρειας, σε περιοχές εκτός του νομού καταγωγής τους.
- ►Για τους απόφοιτους πανεπιστημίων της μειονότητας που θα οδηγηθούν σε ένα ελεύθερο επάγγελμα, κάλυψη των πρώτων εξόδων για την επιχείρησή τους (ιατρείο, οδοντιατρείο, δικηγορικό γραφείο, κ.λπ.) σε μεγάλα αστικά κέντρα και επιπλέον εξασφάλιση ορισμένων συμβάσεων με το δημόσιο κατά την διάρκεια της πρώτης δύσκολης επαγγελματικής τους περιόδου.
- ►Εξασφάλιση συντάξεων για όλους τους μειονοτικούς, ώστε να αποκοπεί ο ομφάλιος λώρος της οικονομικής τους εξάρτησης από το τουρκικό προξενείο και να υπάρξει η αναγκαία γι’ αυτούς κοινωνική κινητικότητα εκτός των ορίων της μικρής τους κοινότητας.
- ►Ισχυρά οικονομικά κίνητρα για μετεγκατάσταση χωριών σε άλλες περιοχές τού Νομού ή της χώρας, ειδικά για τα ορεινά και απομονωμένα χωριά, με δωρεάν γη, πρόγραμμα οικοδόμησης νέων κατοικιών, αύξηση των προνομιών και των συντάξεων όσων επιλέξουν αυτόν τον δρόμο.
- ►Ισχυρά κίνητρα σε άλλους Έλληνες πολίτες που θέλουν να εγκατασταθούν στην περιοχή. Όσοι θα επιλέξουν να μετεγκατασταθούν θα έχουν εξασφαλισμένη θέση σε δημόσια υπηρεσία χωρίς το δικαίωμα απόσπασης ή μετάθεσης πουθενά και για κανέναν λόγο, διπλασιασμό των δικαιωμάτων μητρότητας, αυξημένα οικογενειακά και συνταξιοδοτικά δικαιώματα. Επιπλέον, παροχή δωρεάν στέγης από πρόγραμμα οικοδόμησης νέων κατοικιών.
- ►Σταδιακή απαγόρευση της σαρία και κάθε εξωδικαιικού και σκοταδιστικού θρησκευτικού κανόνα εξουσίας, που αντιβαίνει στο ελληνικό Σύνταγμα και το Ευρωπαϊκό δικαιικό κεκτημένο.
- ►Δημιουργία υπηρεσίας οικογενειακής πρόνοιας και προγραμματισμού, ώστε ένας κοινωνικός λειτουργός να μπει σε κάθε σπίτι και να κοινωνικοποιήσει τα μέλη τής οικογένειας στους μοντέρνους οικογενειακούς κανόνες συμβίωσης, αλλά και να μπορεί να δώσει πραγματική διέξοδο στις κακοποιημένες γυναίκες.
- ►Έλεγχο των παράνομων χρηματοδοτήσεων από το προξενείο και εν τέλει εφόσον επιτευχθεί σε βάθος χρόνου η ενσωμάτωση των μειονοτικών Ελλήνων πολιτών τής Θράκης, κλείσιμο ή μεταφορά του. Άλλωστε η Τουρκία μάς «χρωστάει» ένα προξενείο, την στιγμή που η χώρα μας έχει τρία προξενεία στην Τουρκία και η Τουρκία τέσσερα στην Ελλάδα (Ψυχικό, Ρόδο, Θεσσαλονίκη, Κομοτηνή). Η χώρα μας μπορεί νομιμότατα να κλείσει ένα εκ των τεσσάρων προξενείων και να συνδέσει το κλείσιμό του με μια αφορμή που σίγουρα θα μας δώσει η Τουρκία στο μέλλον.
- ►Συγκρότηση νέου αναπτυξιακού νόμου για την περιοχή με την υποχρέωση οι νέες επιχειρήσεις που θα επιδοτηθούν να έχουν μέρος τού προσωπικού τους από την μειονότητα. Πρέπει, βεβαίως, να αποφευχθούν τα λάθη και η διαφθορά τού παρελθόντος που χαρακτήρισαν τον παλαιότερο αναπτυξιακό νόμο στην περιοχή. Επίσης, το νέο σχέδιο πρέπει να αφορά μια πλειάδα εξωστρεφών και μοντέρνων επενδύσεων και να επικεντρώνεται στον τουρισμό και την βιομηχανική παραγωγή.
- ►Δημιουργία υποσταθμού αναμετάδοσης των ελληνικών τηλεοπτικών σταθμών. Φαίνεται απίστευτο οι ελληνικές τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές συχνότητες να μην φτάνουν σε όλη την Θράκη και η μειονότητα να παρακολουθεί μόνο τουρκικούς σταθμούς, με φημολογούμενη επιδότηση της δορυφορικής κάλυψης για όλα τα σπίτια από το προξενείο. Το ίδιο ισχύει και με τις εταιρείες κινητής τηλεφωνίας οι οποίες καλύπτουν το 100% π.χ. της Μυκόνου αλλά απουσιάζουν από αυτήν την ευαίσθητη περιοχή αφήνοντας στα τουρκικά δίκτυα όλη την επικοινωνία. Τι είδους πολιτική είναι αυτή που επιβάλλει τον αποκλεισμό αυτών των ανθρώπων από την υπόλοιπη ελληνική επικράτεια;
- ►Επέκταση σχεδίου πόλης τής Ξάνθης και της Κομοτηνής ώστε να μπορέσουν να απογκετοποιηθούν οι Πομάκοι από τις ορεινές περιοχές, να κατέβουν προς τα πεδινά και να ενσωματωθούν με τον υπόλοιπο πληθυσμό. Αυτό θα εξυπηρετούσε και την προοπτική δημιουργίας καλύτερων σχολικών μονάδων, εκτός του ότι θα συμβάλλει στην αστικοποίηση και την πρόοδο του πληθυσμού.
- ►Η εκκλησία να αναλάβει ρόλο αντίβαρου του τουρκικού προξενείου, παρέχοντας περαιτέρω απροϋπόθετη αρωγή στον τοπικό πληθυσμό.
Στον σχεδιασμό και την εφαρμογή των παραπάνω πολιτικών θα μπορούσε να βοηθήσει και η συγκρότηση ενός Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας, με κανονιστικές αρμοδιότητες και προϋπολογισμό, που θα προσδώσει διάρκεια και συνέχεια στις εφαρμοζόμενες εθνικές πολιτικές.
ΤΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΚΟΣΤΟΣ
Κάποιος θα σκεφτεί ότι όλα αυτά στοιχίζουν. Στοιχίζουν, όμως, πολύ λιγότερο από οτιδήποτε άλλο θα χρειαστεί να κάνουμε στο μέλλον, και είναι σίγουρο το αποτέλεσμά τους. Επιπλέον, τιμούν την ανθρώπινη ζωή και βοηθούν την ευημερία όλων των Ελλήνων πολιτών. Πρόκειται για μια σειρά πολιτικών που ορίζονται ως θετικές διακρίσεις, όπως έγινε στις ΗΠΑ με τους έγχρωμους Αμερικανούς από την δεκαετία τού 1970 και εντεύθεν. Διότι, η νοοτροπία του γκέτο και της κλειστής κοινωνίας που αναπαράγεται σε αντιπαράθεση με τους ευρωπαϊκούς και μοντέρνους κανόνες ζωής, δεν τιμά την χώρα μας και βέβαια δεν βοηθάει ούτε τους ανθρώπους σ’ αυτές τις περιοχές ούτε την εθνική μας ακεραιότητα.
Επιπλέον, μέρος αυτών δαπανών θα μπορούσαν να ενταχθούν σε ευρωπαϊκή χρηματοδότηση από λιμνάζοντες πόρους, αλλά, το κυριότερο, θα πρέπει να εξασφαλιστεί ότι όλοι αυτοί οι πόροι θα πάνε εκεί που πρέπει μέχρι το τελευταίο ευρώ και όχι στις τσέπες μεσαζόντων και εργολάβων. Η διαφθορά σε αυτό τον χώρο πρέπει να ταυτιστεί με την εσχάτη προδοσία και να αντιμετωπιστεί ως τέτοια.
Είναι σίγουρο ότι οι «εργάτες όλου του κόσμου» έχουν πολλά κοινά μεταξύ τους. Το ίδιο σίγουρο, όμως, είναι ότι τουλάχιστον για το άμεσο μέλλον αυτή η διαπίστωση δεν εξυπηρετεί κανέναν εθνικό σκοπό που να αφορά την ειρήνη και την ευημερία τού τόπου μας. Ακόμα καλύτερο για όλους μας θα ήταν να υπήρχε ένας κόσμος χωρίς σύνορα και οι άνθρωποι να ζούσαν όλοι ευτυχισμένοι. Αυτές οι ευγενείς σκέψεις ουδόλως βοηθούν, όμως, στην παρούσα φάση την χώρα μας και, παρότι ευγενείς, κινούνται στη σφαίρα τού πολιτικού ρομαντισμού. Και εάν, μάλιστα, γίνουν το σημείο αναφοράς τής πραγματικής, εμπειρικά νοούμενης, εθνικής πολιτικής, κινούνται μάλλον στην σφαίρα τής εθνικής μειοδοσίας. Τούτο διότι, λαμβάνοντας υπόψη την πραγματική κατάσταση έτσι όπως έχει διαμορφωθεί σε παγκόσμιο και ειδικά σε περιφερειακό επίπεδο, η εφαρμογή πολιτικών με βάση τον ρομαντισμό και -ακόμα χειρότερα- η αδράνεια, θα οδηγήσουν σε εθνική καταστροφή. Η Ελλάδα σίγουρα δεν χρειάζεται ρομαντικές και διεθνιστικές πολιτικές. Το ίδιο σίγουρο, όμως, είναι πως δεν χρειάζεται και τις υπερ-εθνικιστές αντιλήψεις. Άλλωστε δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τις μεγαλύτερες ήττες στην ιστορία της η χώρα μας τις υπέστη έχοντας σε θέσεις εξουσίας «υπερπατριώτες» εθνικιστές.
Η Ελλάδα γιανα επιβιώσει μακροπρόθεσμα θα πρέπει να παραμείνει μια κοινότητα αξιών στηνοποία να μπορούν να ευημερήσουν όλοι χωρίς εξαιρέσεις, αλλά ως ένα «ενιαίοελληνικό πράμα». Η επίλυση των εθνικών θεμάτων δεν περνάει ούτε πάνω από μπάρες ούτε μέσα από αριστερίζοντα ή εθνικιστικά λογύδρια, αλλά μέσα από πραγματικές πολιτικές με συγκεκριμένες στοχεύσεις και διάρκεια. Περνάει μέσα από την συγκρότηση ενός νέου, ειρηνικού, πατριωτικού φρονήματος.
• Το παρόν άρθρο δημοσιεύθηκε στο τεύχος Μαΐου τού Foreign Affairs, The Hellenic Edition.
Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.All rights reserved.
ΠΗΓΗ:foreignaffairs.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου