Τρίτη 10 Δεκεμβρίου 2019

Η κατάλυση της πολιτικής αυτονομίας των κρατών

Η οικονομική κρίση, η οποία είχε ξεσπάσει το 2008 στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και εξαπλώθηκε σταδιακά στην Ευρωπαϊκή ήπειρο, ήταν το έναυσμα για τις ραγδαίες αλλαγές που συντελέστηκαν και συντελούνται ακόμη μέχρι και σήμερα στην κρατική διακυβέρνηση και ειδικότερα στη διακυβέρνηση των κρατών μελών της Ευρωζώνης. 
Η αισιοδοξία και η εμπιστοσύνη στην αγαθοποιό δύναμη του φιλελεύθερου καπιταλισμού με την αγορά, τη φιλελεύθερη δημοκρατία, τα ανοιχτά σύνορα και το ελεύθερο εμπόριο, τα οποία θα διαχέονταν σε όλο και μεγαλύτερα τμήματα του πλανήτη, φτιάχνοντας ένα κόσμο πιο ειρηνικό, πιο πλούσιο και πιο δημοκρατικό, φάνηκε σταδιακά να εγκαταλείπεται.
Η οικονομική δυσπραγία αρκετών χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης οδήγησε τα κράτη-μέλη στην αναζήτηση βοήθειας τόσο εντός της Ευρωζώνης όσο και σε διεθνείς οργανισμούς, όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. 
Αποτέλεσμα αυτού, όπως διαφάνηκε, ήταν η de facto κατάλυση μέρους της πολιτικής αυτονομίας τους.
                                                                      Ιστορική Αναδρομή
Η ιστορία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ξεκίνησε το 1951 όταν ιδρύθηκε η Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα , ενώ το 1957 ενώθηκε με την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα και με την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας, για να μετεξελιχθεί το 1993 από οικονομική κοινότητα σε Ευρωπαϊκή Ένωση. 
Πρώτο της μέλημα ήταν η ενίσχυση της οικονομικής συνεργασίας με το σκεπτικό ότι οι εμπορικές συναλλαγές μεταξύ χωρών δημιουργούν οικονομική αλληλεξάρτηση, γεγονός που ελαχιστοποιεί το ενδεχόμενο συγκρούσεων.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, από την άλλη, είναι ένας οργανισμός 189 χωρών που ιδρύθηκε το 1945. 
Η θεμελιώδης αποστολή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου είναι να εξασφαλιστεί η σταθερότητα του διεθνούς νομισματικού συστήματος. 
Αυτό γίνεται με τρεις τρόπους: παρακολούθηση της σφαιρικής οικονομίας και των οικονομιών των χωρών μελών, δανεισμός στις χώρες με τις δυσκολίες ισοζυγίου πληρωμών και παροχή πρακτικής βοήθειας στα μέλη.
                                                                             Η εξάρτηση…
Σύμφωνα με τα πιο πάνω, γίνεται κατανοητό ότι οι χώρες-μέλη των δύο αυτών οργανισμών έχουν άμεση εξάρτηση από αυτούς τόσο σε πολιτικό επίπεδο όσο και σε οικονομικό. 
Η οικονομική κρίση του 2008 ήταν η αιτία για να αυξηθεί ακόμη περισσότερο η εξάρτηση αυτή, αφού οδήγησε τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο να παραχωρήσουν μέρος των δημοκρατικά θεσμοθετημένων τους εξουσιών, ένα μέρος δηλαδή της κρατικής τους κυριαρχίας, στους οργανισμούς αυτούς, προκειμένου να καταφέρουν να αντεπεξέλθουν στις ανυπέρβλητες οικονομικές δυσκολίες που είχαν να αντιμετωπίσουν.
Η παραχώρηση, ωστόσο, εξουσιών σε όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν κάτι που οι χώρες γνώριζαν εκ των προτέρων, αφού η αποδοχή της συνθήκης του Μάαστριχτ από τις χώρες που συμμετείχαν στο κοινό νόμισμα της ευρωζώνης προαπαιτούσε την απεμπόληση της δυνατότητας των χωρών να  χρησιμοποιήσουν νομισματικά μέτρα, με ταυτόχρονη μεταφορά της αρμοδιότητας αυτής στην ΕΚΤ με συνέπεια τον αποκλεισμό της χρήσης των. 
Γίνεται, λοιπόν, κατανοητό ότι οι δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις των κρατών-μελών της Ευρωζώνης στερούνται τη δυνατότητα διαμόρφωσης της οικονομικής πολιτικής του κράτους τους αλλά, και μιας στρατηγικής επίλυσης πιθανών κρίσεων, αφού το δικαίωμα αυτό μεταφέρεται αυτομάτως στα όργανα της Ευρωζώνης, στα οποία οφείλουν και να λογοδοτούν άμεσα.
                                                                     Η περίπτωση της Ελλάδας
 Με την έκρηξη της οικονομικής κρίσης, «η Ευρωπαϊκή Ένωση έσπευσε πρόωρα να εγκαταλείψει την προσπάθεια αντιμετώπισης της κρίσης με μέτρα επεκτατικής μακροοικονομικής πολιτικής, υιοθετώντας την επώδυνη στρατηγική της άμεσης δημοσιονομικής προσαρμογής». 
Όμως, το νέο μείγμα δραστήριας/παρεμβατικής νομισματικής πολιτικής με αυτοπεριοριζόμενη/συντηρητική δημοσιονομική διαχείριση, δηλαδή πληθωρικών πακέτων διάσωσης με την προσπάθεια εξευμενισμού των αγορών διά των μηδενικών ελλειμμάτων, επιβαλλόμενο προεχόντως από την ανάγκη πολιτικής διαχείρισης, δεν είναι ούτε βέβαιο ούτε εμφανές πού οδηγεί. 
Η αβεβαιότητα της επιτυχίας αυτού του εγχειρήματος φάνηκε ιδιαίτερα στην περίπτωση της Ελλάδας, αφού η πολιτική αυτή όχι μόνο δεν έδωσε τα επιθυμητά για την οικονομία αποτελέσματα, αλλά επέφερε και τον κλονισμό των δημοκρατικών θεσμών.
Η προσφυγή της Ελλάδας το 2010 στο μηχανισμό οικονομικής στήριξης και τα συνεπακόλουθα μνημόνια που είχαν συμφωνηθεί μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και των δανειστών, είχαν ως αποτέλεσμα την ενεργό εμπλοκή της Τρόικα, δηλαδή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στις εσωτερικές υποθέσεις του κράτους. Υπό το καθεστώς, λοιπόν, της Τρόικα η Ελλάδα ήταν υποχρεωμένη να τηρεί πιστά όλα τα συμφωνηθέντα προκειμένου να  πετύχει την αναγκαία δημοσιονομική εξυγίανση, αφού το δημόσιο της χρέος ξεπερνούσε κατά πολύ τα επιτρεπτά όρια που θέτει η Ευρωπαϊκή Ένωση. 
Διαφάνηκε, έτσι, και στους κόλπους της Ευρώπης το φαινόμενο της «νεοαποικιοκρατίας», ενός ελέγχου, δηλαδή, που ασκείται σε ξένο έδαφος μέσω οικονομικής κυριαρχίας και όχι μέσω μιας επίσημης πολιτικής διοίκησης.
Η Ελλάδα μπορεί να θεωρηθεί το πιο τρανταχτό παράδειγμα των ανισοτήτων που επικρατούν στην Ευρωζώνη. 
Ενώ, λοιπόν, η Ευρώπη περήφανα δηλώνει ότι τα μέλη της ασκούν ισότιμα εξουσία και οι αποφάσεις λαμβάνονται συλλογικά για το κοινό καλό και την ευημερία των λαών, εν τέλει η αλληλεγγύη αυτή φαίνεται να είναι μια ψευδαίσθηση, αφού τις πιο καίριες αποφάσεις τις παίρνουν «ισχυρά» κράτη, όπως για παράδειγμα η Γερμανία, παραγκωνίζοντας τα υπόλοιπα. 
Έτι περισσότερο, οι πολιτικές αποφάσεις έχουν μετακινηθεί όλο και περισσότερο προς τα όργανα με περιορισμένη δημοκρατική υπευθυνότητα (για παράδειγμα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή) ή ακόμα χειρότερα σε αυτά με συνολική έλλειψη διαφάνειας (όπως για παράδειγμα το Eurogroup), καθιστώντας με αυτό τον τρόπο σαφές ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει απωλέσει κατά ένα μεγάλο βαθμό τη δημοκρατική της νομιμοποίηση.
Η εκάστοτε κυβέρνηση της Ελλάδας, λοιπόν, φάνηκε δέσμια των πιέσεων που δεχόταν, αφού οι δανειστές παρουσιάζονταν αδιάλλακτοι υπονομεύοντας έτσι τον δημοκρατικό διάλογο και οδηγώντας τις κυβερνήσεις στην ανάληψη αποφάσεων και μέτρων που ουδεμίαν σχέση είχαν με αυτά που τους είχε υποδείξει ο λαός. 
Η κυβέρνηση, δηλαδή, παρόλο που ήταν υπεύθυνη για τη χάραξη της κρατικής πολιτικής, φάνηκε ανήμπορη να προστατέψει τα συμφέροντα του λαού της και παρακάμπτοντας τη λαϊκή κυριαρχία και ετυμηγορία  οδηγήθηκε σε μέτρα λιτότητας.
Η παράκαμψη και η υπονόμευση της δημοκρατικής νομιμοποίησης της κυβέρνησης εκ μέρους τόσο της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, είχε γίνει ιδιαίτερα φανερή, όταν αποφάσισαν να αψηφήσουν το δημοψήφισμα που είχε προκηρυχθεί από τη δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση της Ελλάδας το 2015, αδιαφορώντας με αυτό τον τρόπο για τη λαϊκή ετυμηγορία και κλονίζοντας εν τέλει το σύστημα των δημοκρατικών διαδικασιών και θεσμών. 
Παρομοίως, το 2011 είχαν εξαναγκάσει σε παραίτηση τον πρωθυπουργό της Ελλάδας Γεώργιο Παπανδρέου μετά την πρόθεσή του για διενέργεια δημοψηφίσματος, ορίζοντας χωρίς την προκήρυξη εκλογών το διάδοχό του Λουκά Παπαδήμο.
                                                                       Η Παγκοσμιοποίηση
Το διαθέσιμο, λοιπόν, περιθώριο των κυβερνήσεων για ελιγμούς έχει περιοριστεί σοβαρά από τη μεταφορά της αρχής λήψης αποφάσεων στο υπερεθνικό επίπεδο. 
Καταλυτικό ρόλο σε αυτό διαδραματίζει και η παγκοσμιοποίηση και ειδικότερα η παγκοσμιοποιημένη οικονομία, αφού πολλές φορές η ίδια η αγορά είναι αυτή που επιτάσσει την πολιτική γραμμή την οποία οφείλουν να χαράξουν τα κράτη τόσο σε εθνικό όσο και σε υπερεθνικό επίπεδο, προκειμένου να προοδεύσουν στο σύγχρονο κόσμο.
Τα γεγονότα τα οποία διαδραματίζονται στο σύγχρονο κόσμο έχουν δείξει, αλλά και αποδείξει, ότι στο όνομα της παγκοσμιοποίησης τα εργαλεία κρατικής παρέμβασης, όπως η νομισματική και η δημοσιονομική πολιτική, έχουν καταστεί ανενεργά. 
Το γεγονός ,λοιπόν, ότι οι εθνικές πολιτικές δεν είναι δυνατόν να εφαρμοστούν σε παγκόσμιο επίπεδο οδήγησε στην ενίσχυση παγκόσμιων οργανισμών όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο,  υπονομεύοντας το θεσμό του κράτους και μετατρέποντας το σε υποχείριο στις πιέσεις και τις επιταγές της αγοράς και ειδικότερα σε αυτούς που είναι υπεύθυνοι για τη ρύθμισή της.
                                                                   Το παράδειγμα της Ιταλίας
Την απάντηση στην προσπάθεια κατάλυσης του εθνικού κράτους και της χειραγώγησής του από μη δημοκρατικά εκλεγμένους φορείς έρχεται να δώσει η Ιταλία. 
Με ένα ηχηρό μήνυμα κατά της λιτότητας και της αδιαφορίας των Βρυξελλών για την πραγματική κατάσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα, η Ιταλία προχωρά στο νέο προϋπολογισμό της για το 2019 στην αύξηση του δημοσιονομικού της ελλείματος φτάνοντας σε σύγκρουση με την Ευρωζώνη αλλά, στρέφοντας ξανά το βλέμμα στο λαό και στις πραγματικές του ανάγκες. 
Παραμένει μόνο να διαφανεί αν οι ηγέτες της Ιταλίας συμπεριφέρονται έχοντας λαϊκιστικά κίνητρα ή όντως θα οδηγήσουν τη χώρα σε οριστική ρήξη με την Ένωση.
Η αδιαλλαξία και η εμμονή των Βρυξελλών στην επιβολή στείρων πολιτικών που διασαλεύουν τόσο την κρατική υπόσταση όσο και τους δημοκρατικούς θεσμούς, φαίνεται να βρίσκουν πλέον τις κυβερνήσεις ασύμφωνες. 
Αδιαφορώντας, λοιπόν, για τις επακόλουθες κυρώσεις που θα της επιβληθούν, η Ιταλία τολμά και φαίνεται να προχωρά προς μια νέα χάραξη δημοκρατικής πολιτικής γραμμής η οποία φαίνεται να συνάδει με τα περίφημα λόγια του προέδρου της Αμερικής Αβραάμ Λίνκολν: 
«κυβερνά ο λαός, αντλώντας εξουσία από το λαό, προς όφελος του λαού». Μια δημοκρατία, δηλαδή, με αναφορά στο λαό, προς όφελος του λαού και σε συμφωνία με τη λαϊκή βούληση.
                                                                           Ευρωσκεπτικισμός…
Ο Ευρωσκεπτικισμός, η αντίθεση δηλαδή στην πρόοδο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, η οποία στηρίζεται, συνήθως, στις συνέπειες που θα έχει αυτή για την εθνική κυριαρχία, φαίνεται να διαγράφεται ολοένα και πιο έντονος, αφού η απομάκρυνση από το δημοκρατικό διάλογο και το σεβασμό στους δημοκρατικούς θεσμούς εν γένει, προκάλεσε τη δυσφορία τόσο των λαών όσο και των εθνικών κυβερνήσεων. 
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, λοιπόν, φαίνεται να απομακρύνεται από την ιδέα πάνω στην οποία στηρίχτηκε εξ αρχής η δημιουργία της: την ελαχιστοποίηση του ενδεχομένου συγκρούσεων.
Ανακεφαλαιώνοντας, η απομάκρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τη λήψη αποφάσεων με σεβασμό στις εθνικές κυβερνήσεις και τους λαούς τους, αλλά και η εμπλοκή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στη διαμόρφωση της πολιτικής γραμμή των Ευρωπαϊκών κρατών, οδήγησαν σε αντιδράσεις εκ μέρους των κρατών. 
Εν τέλει, η υπονόμευση του εθνικού κράτους και της κρατικής παρέμβασης ως επακόλουθο της παγκοσμιοποίησης και, παράλληλα, η λήψη αποφάσεων από οργανισμούς οι οποίοι δεν έχουν την απαραίτητη δημοκρατική νομιμοποίηση,  οδήγησαν στη διασάλευση των δημοκρατικών θεσμών στους κόλπους της Ένωσης.
                                                        της Χριστίνας Παπασολωμού*
                                             
*Η Χριστίνα Παπασολωμού είναι φοιτήτρια στο ΜΠΣ ‘’Επικοινωνία και Δημοσιογραφία’’ 
του Ανοικτού Πανεπιστημίου Κύπρου
                                         € « » ●► $    ▲▼◄► € € $$ € €   ◄ ►▲▼► ◄● « » €
                                                 ΠΗΓΗ://dimosiografia.com/democracy-for-sale/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου