Τετάρτη 25 Μαρτίου 2020

Ιστορικά της Αλωσης της Τριπολιτσάς

του Βασίλη Καρδάση
«Ημείς εσηκώσαμε τα άρματα δια τους Τούρκους και έτζι ακουστήκαμε εις την Ευρώπη, ότι σηκωθήκαμεν οι Έλληνες δια τους τυράννους και στέκεται όλη η Ευρώπη να ιδή τι πράγμα είναι τούτο».

Αυτή η αποστροφή του Κολοκοτρώνη, υποδεικνύει με σαφήνεια το περιεχόμενο της εξέγερσης του ‘21. 
Αγώνας των Ελλήνων για την ελευθερία, διεθνής έκπληξη και θαυμασμός. 
Ο φιλελληνισμός και η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη δίνουν ελπίδα, και στη συνείδηση του δυτικού πολιτισμού η τουρκική κατάκτηση ισοδυναμούσε με την τυραννία.
Κοιτίδα της επανάστασης η Πελοπόννησος. Βοηθάνε σ’ αυτό οι μπαρουτοκαπνισμένες μορφές της κλεφτουριάς και των κάπων, οι κοινότητες και η δημογεροντία, η εμπορική ανάπτυξη από τις πρώτες δεκαετίες του 1700.

Η Τριπολιτσά στο κέντρο της πελοποννησιακής ενδοχώρας, απολαμβάνει τα πλεονεκτήματα της θέσης της. 
Τοπική αγορά, εκτεταμένο εμπόριο, εμπορικά κεφάλαια, σπουδαία εμποροπανήγυρις, σαράφηδες, καταστήματα.
Και πολύς κόσμος, αξιωματούχοι και μη, χριστιανοί, μουσουλμάνοι, εβραίοι, όλοι συνωθούνται στην έδρα της οθωμανικής διοίκησης. 
Όραμα και πόθος η κατάκτηση της πόλης. 
Οι αξιόλογες, πλην τοπικές συγκρούσεις, στο Βαλτέτσι, στα Δολιανά, στο Λεβίδι, στου Λάλα και αλλού, ζέσταναν την αισιοδοξία, γονιμοποίησαν το φρόνημα, επέκτειναν τη συμμετοχή για τον Αγώνα. 
Όμως άφηναν απρόσβλητη την κύρια εστία της τουρκικής άμυνας, εφόσον έμενε ανέγγιχτη η οχυρωμένη Τριπολιτσά.
Υπό την έννοια αυτή η επιλογή του Κολοκοτρώνη να πληγεί η εστία της οθωμανικής  εξουσίας στην Πελοπόννησο, αποτελούσε στρατηγική σύλληψη, ωστόσο και ικανή και αναγκαία συνθήκη για την επιτυχή έκβαση του απελευθερωτικού αγώνα.
Ιδού εμπρός σου ο τοίχος στέκει της αθλίας Τριπολιτσάς τώρα τρόμου αστροπελέκι να της ρίψης πιθυμάς.
Ο λόγος του εθνικού ποιητή, αναφορά που παραπέμπει σε σάλπισμα νίκης και πρόσκληση εθνεγερτήρια, υποδεικνύει με μοναδικό τρόπο το περιεχόμενο της Άλωσης. Περιτοιχισμένη η Τριπολιτσά, έδρα της οθωμανικής εξουσίας, κέντρο της διοίκησης, εστία της άρχουσας τάξης, σύμβολο της κατάκτησης, εξ ου και ααθθλλίίαα η Τριπολιτσά.

Προκλητικά ορθώνεται μπροστά στους εξεγερμένους, «τριγυρισμένη με φρούριον, το οποίον είχεν επτά πόρτας από κοντά εις κάθε πόρτα ήτο και μία τάπια με κανόνια. 
Εν τω μεταξύ δε ήσαν και άλλες τάπιες με πολεμότρυπες δια το λιανοντούφεκο. Το ύψος του φρουρίου ήτο πέντε ήμισυ μέτρα, και κατά τας θέσεις αλλού εψηλώνετο και αλλού εχαμηλώνετο. 
Ο δε γύρος ήτο 3.500 μέτρων, λέει ο λίαν αξιόπιστος και περιγραφικός Φωτάκος. 34.000 ψυχές, 16.000 οι μάχιμοι και 18.000 περίπου οι άμαχοι, με ικανά τρόφιμα, εκεί συνάζονταν η δεκάτη, η φορολογία όλης της περιοχής, οπότε οι αποθήκες ήταν γεμάτες σε γεννήματα.
Στην «αθλία Τριπολιτσά» του ποιητή βιώνουν τις πιο δραματικές ώρες τους οι προεστώτες και αρχιερείς που έχει φυλακίσει η τουρκική διοίκηση. Ο καϊμακάμης Μεχμέτ Σελήχ, που αντικαθιστούσε τον απόντα Χουρσίτ, στις αρχές Φεβρουαρίου προσκάλεσε τον ανώτερο κλήρο και τους πρόκριτους του Μοριά με το πρόσχημα των διαβουλεύσεων. Οι Τούρκοι προσδοκούσαν, ότι η δοκιμασία των ομήρων θα γινόταν δίδαγμα της αιωνίας δουλείας, που απαιτούν πάντα οι κατακτητές από τους κατακτημένους. Την Κυριακή του Θωμά, κι αφού πλέον οι συγκρούσεις είχαν διαψεύσει τις προσδοκίες των Οθωμανών, οι όμηροι μεταφέρθηκαν στο υπόγειο του Σεραγιού, αλυσοδεμένοι στο κούτσουρο.
Η σταδιακή περικύκλωση της Τριπολιτσάς, αρχίζει από τις ημέρες του Ιουνίου.
Κάμνουν ταμπούρια, τα καλλίτερα τα φτιάνουν οι Λαγκαδινοί, οι περιφημότεροι κτίστες του Μοριά. 
Οργανώνεται ένα δίκτυο στρατοπέδων περίγυρα με Έλληνες μαχητές, εγκαθιδρύεται η έδρα του αρχηγείου, «δια να σφίξωμεν στενά την Τριπολιτσά», όπως ορίζει ο Κολοκοτρώνης. Γίνεται χρήση μιας πανάρχαιας, εκτεταμένα δοκιμασμένης και άξιας τεχνικής επικοινωνιών. Οι φρυκτωρίες πληροφορούν για τις κινήσεις του εχθρού, η ετοιμότητα εξασφαλίζεται. 
Ο κλοιός είναι ορατός, μόλις μισή ώρα απόσταση χωρίζει τους εξεγερμένους από τους έγκλειστους.
Η πρόκληση είναι δεδομένη, το θράσος απύθμενο. 
Οι χτεσινοί ραγιάδες προκαλούν τους αφέντες τους, αμφισβητούν ανοιχτά την εξουσία τους, ζυγώνουν τα σπίτια και τις περιουσίες τους. 
Έστηναν χωσιές και έφταναν μέχρι τα τείχη, περιγελούσαν και ερέθιζαν τους Τούρκους. 
Ο αρχηγός τους έχει καταστρώσει το σχέδιο στην εντέλεια. 
Με μια λέξη, φθορά στον αντίπαλο, αργή εξόντωση.
Εμψυχώνει τους συμπολεμιστές του, χρησιμοποιεί παροιμίες, ανέκδοτα, γνωμικά, πατρογονικές διδαχές, την ανεπεξέργαστη γνώση, την αυθεντική σοφία του.
«Έτσι και αυτοί οι Τούρκοι, οπού τους έχομεν κλεισμένους εις την μάνδρα. 
Τωρα τους βλέπετε, δεν επείνασαν ακόμα, εβγαίνουν έξω εδώ και εκεί, παίρνουν τροφή, εμείς από κοντά έως να κολλήσουν τα δόντια των εις το στουπί απέ τους περνούμεν τον χαλκά εβγάζομεν τον ιδικόν μας και τους τον φορούμεν.
Μην τους φοβήσθε, άνθρωποι είναι και αυτοί».
Ο λόγος έπιασε τόπο. Το μαρτυρεί και ο Ζατουνίτης Στέφανος Στεφανόπουλος «ο κρότος των όπλων δεν μας ετρόμαζεν ως πρότερον και ο στρατός των Τούρκων δεν μας εφόβιζε». 
Οι Τούρκοι είχαν υποτιμήσει αρχικά την πολιορκία. 
Η πολύχρονη κατάκτηση στις κοινωνίες παραδοσιακού τύπου επιφέρει αδράνεια, τυφλή υπακοή, ασυνείδητη πειθάρχηση, τι είχε αλλάξει λοιπόν; Τι καινούριο είχαν έρει οι άνεμοι της εποχής, τι συμφορές έμελλε να πλακώσουν τούτον τον κόσμο;
 Η εκβιομηχάνιση της Ευρώπης, η οικονομική αναγέννηση του ελλαδικού χώρου σε συνδυασμό με τη Γαλλική επανάσταση και τον ευρωπαϊκό διαφωτισμό, ιδού το εκρηκτικό περιεχόμενο που οδήγησε στην εθνική αφύπνιση, που άλλαξε τον ραγιά, που έθρεψε τον πόθο της ελευθερίας.
Ο στρατηλάτης δεν γελιέται να φέρει τη σύγκρουση στην ανοιχτή πεδιάδα. 
Οι εξεγερμένοι υστερούν σε στρατό και σε οπλισμό, η μάχη έξω από τα τείχη της Τριπολιτσάς θα απέβαινε εξ ορισμού απονενοημένο διάβημα. 
Περιμένει να εξαντληθεί η υπομονή των Τούρκων, να σωθούν οι τροφές, να συνθηκολογήσουν, να παραδώσουν την Τριπολιτσά. 
Δεν μένει αδρανής ωστόσο. 
Η πολιορκία γίνεται καθημερινά πιο σφιχτή. 
Οι μεμονωμένες απόπειρες των Τούρκων να εξέλθουν για να εξασφαλίσουν γεννήματα του κάμπου, προσβάλλονται από τους πολιορκητές και τα θύματα των Οθωμανών πληθαίνουν.
«Στερημένοι τροφών οι Τούρκοι εξήρχοντο όλοι ως και αι γυναίκες και τα παιδία να συνάξουν αστάχυα. Και οι μεν ιππείς εστέκοντο ως φρουρά, οι δε λοιποί εθέριζον και εσύναζον τον καρπόν. … εζωγρίζαμεν και εφονεύαμεν απείρους εξ αυτών και εσυλλαμβάναμεν αιχμαλώτους γυναικόπαιδα,
αλλά η πείνα τους ετύφλωττε και εξήρχοντο όλας τας ημέρας (ήτον γαρ το έτος εκείνο μεγάλη ευφορία εις τους δημητριακούς καρπούς».
Ακόμη και ο μονίμως εγωκεντρικός, σχεδόν αλαζόνας, Κανέλλος Δεληγιάννης δείχνει να εκτιμά στο κείμενό του τη στρατηγική που έχει επιβάλλει ο Κολοκοτρώνης.
Ασφαλώς η μεγαλύτερη ελληνική επιτυχία σημειώθηκε στη μάχη της Γράνας, οπόταν χιλιάδες Τούρκοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν το μεγαλύτερο μέρος των προμηθειών που είχαν αρπάξει από τα γύρω χωριά Λουκά, Τσιπιανά, Σάγκα.
Η σύγκρουση στη Γράνα έδωσε το έναυσμα για να πλησιάσουν την Τριπολιτσά ακόμη περισσότερο «μέχρι βολής τουφεκίου», όπως λένε στα απομνημονεύματά τους διάφοροι μαχητές. Για να γίνει αυ-
τό βάλανε σε ενέργεια και το πυροβολικό, υπό την άμεση ευθύνη του Άγγλου Γκόρντον και των Γάλλων Ρεμπώ και Βουτιέ. Ιδού η έμπρακτη απόδειξη της φιλελληνικής υποστήριξης στον Αγώνα. Η αλήθεια είναι ότι οι Έλληνες δεν γνώριζαν από πυροβόλα, γι’ αυτό και μικρή ήταν η συμβολή των κανονιών στην πολιορκία.
Τα κανόνια και οι μπάλες περισσότερο δημιουργούσαν την αίσθηση του άφθονου οπλισμού στους αμαθείς εξεγερμένους, παρά είχαν χρηστική αξία. Στήσανε ακόμη και ένα μεγάλο ταμπούρι απέναντι από τη μεγάλη τάπια.
Οι Τούρκοι δεν επιχείρησαν νέα έξοδο από τα τείχη. Η πείνα και ο τύφος τους θέριζαν. 
Η μόνη
τους ελπίδα, οι ενισχύσεις από τη Στερεά, κι αυτές εξέπνευσαν με την ήττα του Μπεχράμ πασά στα Βασιλικά. Πλέον το τέλος της πόλης ήταν κοντά.
Στην εξασφάλιση της επιβίωσής τους οι Τούρκοι έβαλαν μπροστά τους ομήρους.
Λίγοι αναγκάστηκαν να εξωμόσουν, οι εναπομείναντες υποχρεώθηκαν να συνυπογράψουν επιστολή κατευνασμού της επαναστατικότητας των εξεγερμένων. 
Ας μην είμαστε αυστηροί εμείς σήμερα όμως, στον ανθρώπινο πόνο.
Άλλωστε μόλις πέντε επέζησαν και τούτο μόνο μαρτυρεί τις κακουχίες που υπέστησαν. 
Πάντως η απάντηση που δόθηκε από τους πολιορκητές, ήταν αρκούντως αποφασιστική του δίκαιου αγώνα της ελευθερίας.
«Ζητούμεν να παύση η τυραννία των, παυομένης της εξουσίας των και να μας παραδώσωσι την πόλιν». 
Μπροστά σ’ αυτή την προτεραιότητα δεν χωρούσε συμβιβασμός.Την ύστατη ώρα, και μπρος στο αδιέξοδο, οι Τούρκοι επιζήτησαν συνεννοήσεις με τους επαναστατημένους.
Συμφώνησαν και τα δύο μέρη «εις την θέσιν του Αγίου Αθανασίου, όπου εστήσαμεν και ένα τσαντήρι δια ίσκιον», ομολογεί ο Φωτάκος.Εθισμένοι όμως οι οθωμανοί αξιωματούχοι στην επιβολή, απαίτησαν 40 πλοία να τους παραλάβουν από το Ναύπλιο και να τους μεταφέρουν στη Σμύρνη και μάλιστα να διατηρήσουν τον οπλισμό τους. 
Ήταν σαφές ωστόσο ότι οι πολιορκητές διέθεταν διαπραγματευτική υπεροπλία, γεγονός που εύλογα ωθούσε τα πράγματα στα άκρα.
Η κατάσταση πήρε πιο δραματική διάσταση από την αυτονόμηση των Αλβανών, που διαπραγματεύονταν ξεχωριστά με τον Κολοκοτρώνη. Έλαβαν υποσχέσεις ότι θα μπορέσουν να αποχωρήσουν από την πολιορκημένη πόλη, όπως και έγινε τελικά. Η σθεναρή παρουσία του Κολοκοτρώνη, η μπέσα για να είμαστε ακριβείς, επέτρεψε την τήρηση της συμφωνίας μέσα από αντεγκλήσεις, γενικευμένη καχυποψία και ανταγωνισμούς ανάμεσα στουςοπλαρχηγούς.
Το τελευταίο δεκαήμερο πριν την άλωση, αρκετοί Ρωμιοί εισέρχονταν πλέον περιφρουρούμενοι μέσα στην πόλη υπό την προστασία των Αλβανών, ακριβώς για να μεθοδεύσουν την αποχώρησή τους.
Δικαιολογημένα και υπό το αίσθημα της επιβίωσης, κάποιοι έγκλειστοι Τούρκοι ξεκίνησαν ατομικές διαπραγματεύσεις. 
Την Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου ο Τσακωνίτης Μανώλης Δούνιας από τον Πραστό ανεβαίνει στο τείχος, στο μέρος της πύλης του Ναυπλίου, για να διασώσει έναν Τούρκο αρχιπυροβολητή, καθώς λέγει ο Σπηλιάδης. Αυτό είναι.
 Θα τον ακολουθήσουν και άλλοι πολλοί συμπολεμιστές του. 
Σε λίγο οι πόρτες του Ναυπλίου και του Μυστρά θ’ ανοίξουν για να εισβάλλουν εκατοντάδες
Αγιοπετρίτες, Πραστιώτες, Μεσσήνιοι. «Σαν αετοί πηδήσανε και μπήκαν σαν πετρίτες». Εντός μικρού διαστήματος η Τριπολιτσά είχε κυριευθεί. Το κέντρο της τουρκικής διοίκησης είχε πέσει στα χέρια της Επανάστασης.
Αυτά που επακολούθησαν είναι γνωστά σε όλους. 
Ανείπωτες σφαγές, λυσσώδεις λεηλασίες, εκτεταμένες καταστροφές δημοσίων και ιδιωτικών κτιρίων.
Καπεταναίοι, πρόκριτοι, απλοί πολεμιστές, γυναίκες και παιδιά ακόμη επιδόθηκαν σε απίστευτη δήωση. Όσοι ανέλαβαν να διασώσουν Τούρκους, κυρίως συντοπίτες και φίλους, το τολμούσαν με αντάλλαγμα χρυσάφι. Λίγοι, ελάχιστοι Τούρκοι μπόρεσαν να εξέλθουν ζωντανοί από τη φλεγόμενη πόλη. Το σεράγι παραδόθηκε στη φωτιά.
Ο συνετός όσο και γενναίος Φωτάκος είναι αφοπλιστικός: 
«Τους επαρακάλεσα να παύσουν την σφαγήν, αλλά δεν εκατόρθωσα τίποτε, αλλά μάλιστα εφοβήθηκα μη μου δώσουν και εμένα καμμίαν πληγήν. Τόση ήτο η μέθη των δια να σκοτώνουν Τούρκους!». Και κλείνει με μια διαπίστωση:
«Ο καθένας ήτο ελεύθερος να κάμη ό,τι ήθελε».
 Στην πιο αξιόπιστη ερμηνεία των βίαιων γεγονότων
προβαίνει ο Φωτάκος. Ως συγκροτημένος ιστορικός περιγράφει τα τραγικά επεισόδια, συγχρόνως όμως επιχειρεί τολμηρή εννοιολογική προσέγγιση του περιεχομένου της επανάστασης και κάθε επανάστασης.
Αξίζει μια απάντηση προς σύγχρονους καιροσκόπους που επιχειρούν να αποτιμήσουν την εκτεταμένη λεηλασία αποδίδοντας τη συμπεριφορά των πολιορκητών σε εθνικισμό ή ληστρική
αντίληψη. 
Δεν μπορούμε να εξετάζουμε το παρελθόν αξιολογώντας πράξεις και ενέργειες
των πρωταγωνιστών της ιστορίας.
Τούτο σημαίνει ότι κάνουμε τρέχουσα πολιτική.
 Η ερμηνεία είναι η δύναμη της ιστορίας, αυτό είναι συνεπώς το καθήκον του ιστορικού της άλωσης. Στις συνθήκες της επανάστασης οι συμπεριφορές αμβλύνονται, τα δεδομένα ανατρέπονται, το καινούργιο αντιπαλεύει με οργή το πα-λιό. Τούτο έκαναν οι άνθρωποι. Διακατέχονταν από μίσος για την εξουσία,
πολλοί ζούσαν μέσα σε απίστευτες στερήσεις στα βουνά κυνηγημένοι, κι άλ-
λοι είχαν υποστεί πολλά από τη διοίκηση. 
Η επανάσταση δεν γίνεται με τάξη
και κανόνες συμπεριφοράς, διότι τότε θα ήταν πρόσκληση σε δείπνο.
Η άλωση της Τριπολιτσάς ήταν από άποψη σημασίας και περαιτέρω συνεπειών το σημαντικότερο επεισόδιο ανάμεσα στους εμπολέμους του Απελευθερωτικού Αγώνα. Κυρίως γιατί εδραίωσε την πίστη των Ελλήνων στην προοπτική της ελεύθερης και ανεξάρτητης πατρίδας. Κι αυτός ήταν ο ασφαλέστερος, ο μοναδικά έγκυρος όρος για την επιτυχία του Αγώνα. Η ιστορία, οι απανταχού Έλληνες, πλέον όφειλαν να σκύψουν με σεβασμό πάνω στα ερείπια της“αθλίας Τριπολιτσάς”.
Το κείμενο αποτελεί την εκφώνηση του πανηγυρικού του εορτασμού της άλωσης στον Ιερό Ναό του Αγίου Βασιλείου της Τρίπολης στις 27 Σεπτεμβρίου 2009.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου