«»Στην πραγματικότητα, είναι το αποτέλεσμα της
μετατροπής πολλών αναπτυσσομένων χωρών σε αποτυχημένα κράτη, με απόλυτη ευθύνη
της ελίτ της Δύσης – μία διαδικασία που ξεκίνησε και στον ευρωπαϊκό νότο, με
πρώτο θύμα της την Ελλάδα


Όσον αφορά τα ΜΜΕ, προσπαθούν να εξηγήσουν πειστικά στους Ευρωπαίους τα βασικά αίτια του μεταναστευτικού χάους – ισχυριζόμενα πως είναι οι τοπικοί εμφύλιοι πόλεμοι, η τρομοκρατία, οι δικτατορίες, οι επισιτιστικές κρίσεις, η παντελής έλλειψη μελλοντικών προοπτικών κοκ.
Παρά το ότι όμως όλες αυτές οι ερμηνείες δεν είναι
παράλογες, δεν παύει να υπάρχει μία κοινή αιτιολογία για το σύνολο εκείνων που
προσπαθούν να εγκαταλείψουν τις πατρίδες τους – σύμφωνα με την οποία όλοι
προέρχονται από αποτυχημένα κράτη (failed states), τα οποία έχει δημιουργήσει η
Δύση με τη βοήθεια της «συναίνεσης της Ουάσιγκτον» (παρόμοια με τα γνωστά μας
μνημόνια), καθώς επίσης της ασύμμετρης παγκοσμιοποίησης.
Οι σημαντικότεροι λόγοι τώρα, ένεκα των οποίων
αποτυχαίνουν τα κράτη, είναι οι κοινωνικές ανισότητες, η έλλειψη εμπιστοσύνης
εκ μέρους των κεφαλαιαγορών, η ανυπαρξία ενός Κράτους Δικαίου, καθώς επίσης οι
προβληματικοί Θεσμοί – ασθένειες οι οποίες δυστυχώς «ανιχνεύονται» και στην
Ελλάδα, έχοντας της εν πρώτοις κοστίσει την ολοκληρωτική απώλεια της εθνικής
της κυριαρχίας (άρθρο).

Οι ευθύνες της Δύσης
Με δεδομένο το ότι, οι αναδυόμενες και οι
αναπτυσσόμενες οικονομίες είναι κυρίως αυτές που χαρακτηρίζονται από
ελλειμματικούς Θεσμούς, κατανοεί κανείς πως η πολιτική που τους επέβαλλαν οι
δυτικοί οργανισμοί είναι η βασική αιτία της αποτυχίας τους – η οποία τελικά
προκάλεσε το μεταναστευτικό χάος που βιώνουμε.
Ειδικότερα η Παγκόσμια Τράπεζα, η οποία είναι
υπεύθυνη για την αναπτυξιακή πολιτική των συγκεκριμένων χωρών, θεώρησε πως θα
επιλυόταν το πρόβλημα τους με τη μεταφορά τεχνολογίας – οπότε προσπάθησε να τις
βοηθήσει, διευκολύνοντας την εγκατάσταση των πολυεθνικών εταιριών σε αυτές. Η
εν λόγω «διευκόλυνση» όμως προϋπέθετε την «ελκυστικότητα» τους για το διεθνές
κεφάλαιο – κάτι που ακούμε συχνά και στην Ελλάδα, ιδίως το τελευταίο χρονικό
διάστημα, αφού προηγήθηκε η χρεοκοπία.

Στο σημείο αυτό οφείλουμε να τονίσουμε πως εύλογα
όλα τα παραπάνω φαίνονται οικεία σε όλους εμάς τους Έλληνες – αφού πρόκειται
για τη γνωστή μας πολιτική των μνημονίων. Μία πολιτική που δεν είναι ουσιαστικά
διαφορετική από τη «συναίνεση της Ουάσιγκτον», την οποία εφάρμοζε ανέκαθεν το
ΔΝΤ σε όσες χώρες εισέβαλλε και εισβάλλει – ενώ σήμερα γίνεται αποδεκτή από το
συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος των ελληνικών πολιτικών κομμάτων.
Συνεχίζοντας στο θέμα μας, για να καταφέρει μία
αναπτυσσόμενη χώρα με χαμηλό απόθεμα κεφαλαίων να πλησιάσει το επίπεδο μίας
ανεπτυγμένης με υψηλά κεφάλαια, θα πρέπει να αυξήσει την παραγωγικότητα της σε
όλα τα επίπεδα – ταυτόχρονα δε, να δρομολογήσει επαναστατικές αλλαγές στις
συνήθειες των κατοίκων της, καθώς επίσης στο πρόγραμμα των προϊόντων που
παράγει (μεταρρυθμίσεις).
Μεταξύ άλλων, να πάψει να στηρίζεται στα γεωργικά
προϊόντα, στον πρωτογενή τομέα δηλαδή, αναπτύσσοντας τη βιομηχανία της – αμέσως
μετά να εξελιχθεί στις υπηρεσίες, όπως στον τουρισμό, στην Υγεία κοκ.

Ο δρόμος όμως αυτός είναι πολύ δύσκολος και
εξαιρετικά επίπονος – επικίνδυνος επίσης, αφού η χώρα μπορεί ανά πάσα στιγμή να
καταρρεύσει, ειδικά εάν τυχόν αποδράσουν μαζικά τα ξένα κεφάλαια (όπως στην
περίπτωση της ασιατικής κρίσης το 1997/98).
Ειδικότερα, η προηγμένη τεχνολογία προϋποθέτει
μεγάλες επενδύσεις σε μηχανήματα κοκ., οι οποίες πρέπει να διενεργηθούν εκ των
προτέρων.
Παράλληλα οι επενδυτές, εγχώριοι και ξένοι, ευρίσκονται σε
πλεονεκτικότερη θέση, σε σχέση με τους εργαζομένους – οπότε εισπράττουν ολόκληρη την υπεραξία των
παραγομένων προϊόντων, εάν οι εργαζόμενοι δεν προλάβουν έγκαιρα να οργανωθούν ή
εάν δεν τους στηρίξει το κράτος τους.
Ως εκ τούτου, δεν έχει συμβεί σε καμία από τις
αναπτυσσόμενες χώρες στον πλανήτη οι πρώην αγρότες, οι οποίοι εξελίσσονται σε
βιομηχανικούς εργάτες, να αμείβονται με μισθούς που είναι ανάλογοι με την
αύξηση της παραγωγικότητας τους – με εξαίρεση ορισμένες ασιατικές χώρες, όπως η
Ιαπωνία, η Νότια Κορέα και μόλις πρόσφατα, σε κάποιο βαθμό, η Κίνα.
Στα υπόλοιπα κράτη της Λατινικής Αμερικής, της
Αφρικής, της Μέσης Ανατολής κοκ., δεν παρατηρείται καμία τέτοια διαδικασία –
ενώ οι δυτικοί Θεσμοί και οι διάφορες οργανώσεις δεν έχουν κάνει απολύτως
τίποτα για να βοηθήσουν, προωθώντας τη σύνδεση των μισθών με την
παραγωγικότητα.
Αντίθετα, την εμποδίζουν με κάθε τρόπο, φτάνοντας
στο σημείο να υιοθετούν μία ανάλογη αντιμετώπιση ακόμη και των δικών τους
εργαζομένων – όπως στο παράδειγμα των Η.Π.Α., μετά την άνοδο του
νεοφιλελευθερισμού (γράφημα), όπου ουσιαστικά εκμεταλλεύονται διπλά την
πλειοψηφία των εργαζομένων, αναγκάζοντας τους να συμπληρώνουν τα ελλειμματικά
εισοδήματα τους με δάνεια, οπότε να κερδίζουν και από τους τόκους.
ΠΗΓΗ:www.analyst.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου