Δευτέρα 28 Μαΐου 2018

Γιατί να πεθάνουμε για τη χώρα μας;

Τι είναι αυτό που οδηγεί τους στρατιώτες να μάχονται για τη χώρα τους; 
Η πρώτη σκέψη είναι να επικαλεστεί κανείς τα αισθήματα αλληλεγγύης, τα οποία υπάρχουν από καταβολής κόσμου καθότι συμβάλλουν στην επιβίωση των ανθρώπινων κοινοτήτων. 

Έστω και αν η εξήγηση αυτή είναι εν μέρει αληθής, παραμένει δύσκολο να κατανοήσουμε γιατί αυτά τα αισθήματα αλληλεγγύης μπορούν να μας οδηγήσουν να θυσιαστούμε για μία συλλογικότητα τόσο ευρεία και αφηρημένη όπως το έθνος κράτος, που υφίσταται μόνο εδώ και κάποιες εκατονταετίες.
Η άνοδος του κράτους πρόνοιας, από το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα και μετά, ήρθε σύντομα μετά την έλευση του μαζικού πολέμου, όπου μεγάλοι στρατοί με σημαντική αναλογία πολιτών συγκρούονταν στις ευρωπαϊκές πεδιάδες.
Ορισμένοι βλέπουν εδώ μία ευθεία σχέση, καθόσον οι πολιτικοί ηγέτες συνειδητοποιούσαν πως η ικανότητά τους να κινητοποιήσουν ισχυρά στρατεύματα δεν μπορούσε να στηρίζεται μόνο σε υποχρεώσεις, όπως στο παρελθόν: 
Τα νεωτερικά κράτη έπρεπε στο εξής να δημιουργήσουν, μέσω του κράτους πρόνοιας, ένα αίσθημα μοιράσματος των καρπών του εκσυγχρονισμού μεταξύ των πολιτών τους. 
Είναι όμως σίγουρο ότι αυτό το αίσθημα οδήγησε στο επιδιωκόμενο αποτέλεσμα; 
Το κράτος πρόνοιας αύξησε άραγε πραγματικά τη θέληση των πολιτών να πολεμήσουν για τη χώρα τους;
Ένα έγγραφο εργασίας τού Centre for Economic Policy Research (CEPR) δίνει μια αρχή απάντησης εξετάζοντας την εμπειρία τού Νιου Ντηλ, στις Ηνωμένες Πολιτείες, τη δεκαετία τού 30 (From Welfare to Warfare: New Deal Spending and Patriotism During World War II, Bruno Caprettini, Fabio Schmidt-Fischbach and Hans-Joachim Voth).
                                                                              Eπιδοτήσεις
Από το 1933 και μετά, οι κρατικές δαπάνες προς ενίσχυση του πληθυσμού που δοκιμαζόταν μετά την κρίση του 1929 αυξήθηκαν αισθητά, ξεκινώντας από τις επιδοτήσεις προς τους αγρότες, έπειτα, δύο χρόνια αργότερα, προς τους ανέργους, τους ηλικιωμένους και τις άγαμες μητέρες. 
Οι συγγραφείς δείχνουν ότι υπάρχει έντονη συσχέτιση ανά περιφέρεια ανάμεσα στο επίπεδο αυτών των δαπανών ανά κάτοικο και τρεις δείκτες του επιπέδου πατριωτισμού κατά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο: τον αριθμό των εθελοντών, τον αριθμό αγορών war bonds (τίτλων αποταμίευσης με χαμηλή κερδοφορία προορισμένων να χρηματοδοτήσουν τις πολεμικές δαπάνες) και … τον αριθμό μεταλλίων που απονεμήθηκαν στη μάχη.
Μια απλή συσχέτιση δεν σημαίνει ότι οι κρατικές δαπάνες είχαν επίπτωση επί του επιπέδου πατριωτισμού: τα δύο αυτά φαινόμενα θα μπορούσαν να είναι το αποτέλεσμα άλλων μη παρατηρήσιμων παραγόντων, όπως η οικονομική συνθήκη που επικρατεί στην αντίστοιχη περιφέρεια.
 Οι συγγραφείς λοιπόν έκαναν πρόσθετες δοκιμές για να επαληθεύσουν την αιτιότητα.
Έδειξαν έτσι ότι οι επιδοτήσεις υπέρ των αγροτών επηρεάστηκαν έντονα από επεισόδια ξηρασίας και ότι, στις ζώνες αυτές, η πατριωτική απάντηση ήταν ιδιαίτερα αισθητή. 
Στη συνέχεια, έδειξαν αντιθέτως ότι ούτε τα επεισόδια ξηρασίας, ούτε οι δαπάνες υπέρ των αγροτών είχαν κάποια συσχέτιση με το επίπεδο πατριωτισμού κατά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. 
Δεν μπορούμε επομένως να υποθέσουμε ότι κάποιες περιφέρειες ήταν πατριωτικές σε βάθος χρόνου, ή ότι είχαν τύχει κάποιας ιδιαίτερης κρατικής στήριξης μετά το 1933.
Η αιτιότητα δεν μπορεί να είναι βέβαιη στις μελέτες αυτού του είδους, όπου δεν είναι δυνατό να επιστρέψουμε στο παρελθόν για να ρωτήσουμε τους δρώντες εκείνης της εποχής … 
Η μελέτη όμως αυτή είναι η πρώτη που ενέκυψε στο ερώτημα, ενώ σίγουρα θα ακολουθήσουν και άλλες.
Το ενδιαφέρον αυτής της υπόθεσης είναι σημαντικό σήμερα, διότι το κράτος πρόνοιας φαίνεται να απειλείται από την παγκοσμιοποίηση που καθιστά τους πολίτες και τις επιχειρήσεις πιο κινητικές και τις ανισότητες πιο βαθιές –αλλά και από διάφορα ιδεολογικά ρεύματα. 
Ελλείψει κάποιου ανειλημμένου εθνικού προτάγματος, άλλοι τύποι νομιμοφροσύνης –εθνοτική, θρησκευτική ή πολιτική- μπορούν να θέσουν ξανά υπό αμφισβήτηση την ικανότητα του κράτους να εντέλλεται τη θυσία των πολιτών του όποτε προκύπτει στρατιωτική αναμέτρηση …
Image result for reasons to join the army
                                                                         Του Πωλ Σήμπράιτ
Ο Paul Seabright είναι οικονομολόγος, καθηγητής στο Institut d’études avancées της Τουλούζ
                        Το παραπάνω άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Μοντ, 29-30/4/18.
                                                                       € $  ●► «»▲▼◄
ΠΗΓΗ:nomadicuniversality.com/2018/05/06/%CE%B3%CE%B9%CE%B1%CF%84%CE%AF-%CE%BD%CE%B1%CF%80%CE%B5%CE%B8%CE%AC%CE%BD%CE%BF%CF%85%CE%BC%CE%B5-%CE%B3%CE%B9%CE%B1%CF%84%CE%B7%CF%87%CF%8E%CF%81%CE%B1-%CE%BC%CE%B1%CF%82/
                                                                         € $  ●► « » ▲▼◄

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου