Οι Έλληνες είχαν μια βαθιά ριζωμένη εχθρότητα
απέναντι στην κοσμική και κεντρική εξουσία, εχθρότητα που συμβάδιζε ωστόσο με
μια απόλυτη υποταγή στους πνευματικούς ηγέτες τους.
Για τους Έλληνες ελευθερία ήταν, και εξακολουθεί να
είναι, ο παντοτινός πόθος να απαλλαγούν από κάθε καταπίεση, να ξεφύγουν από τα
δεσμά της πολιτείας και να αψηφήσουν το νόμο. Ο Έλληνας αναγνωρίζει τις
υποχρεώσεις προς την οικογένειά του. Υπακούει τον αξιωματικό που πολεμά στο
πλευρό του και τον οδηγεί στη μάχη. Αλλά, όντας και ο ίδιος πολιτικός δυσπιστεί
στους πολιτικούς ηγέτες και μπορεί από τη μια στιγμή στην άλλη να αλλάξει
πεποιθήσεις. Εχθρεύεται τους κρατικούς αξιωματούχους όταν δεν προωθούν άμεσα,
αν όχι αποκλειστικά , τα προσωπικά του συμφέροντα. Απαιτεί να ανταμειφθεί για
την υποστήριξη που παρέχει στους πολιτικούς. Και μολονότι είναι εύγλωττος σε
θέματα ηθικής (απηχώντας τις διδαχές της εκκλησίας του ή τα βασικά δόγματα της
δυτικής φιλοσοφίας), παραμένει ένας ατομιστής, που συνεργάζεται πρόσκαιρα με
τους συντρόφους του για να προωθήσει κάποιο σχέδιο- ή συνομωσία- με σκοπό που
μπορεί να είναι αξιέπαινος- αλλά μπορεί και να μην είναι.
Του είναι, μάλιστα, τόσο ξένη η πρόθυμη υπακοή στους
εκπροσώπους του κοσμικού κράτους, ώστε
τείνει να βλέπει την κρατική λειτουργία σαν παροχή διευκολύνσεων για τον
προσεταιρισμό ή τη διατήρηση οπαδών, ή σαν αδίστακτη αναζήτηση συνωμοτών και
τιμωρία εκείνων που δεν μπορούν να κερδηθούν.
Αυτή η αντίληψη της κρατικής λειτουργίας μας βοηθά
να ερμηνεύσουμε την πολιτική αστάθεια στην Ελλάδα τον καιρό του πρώτου
απελευθερωτικού αγώνα και στα χρόνια που ακολούθησαν.
Ωστόσο οι Έλληνες, που είχαν πετύχει κάποια
ελευθερία ακόμα και κάτω από τον Οθωμανικό ζυγό, απολάμβαναν πάντα με την
αυτοδιοίκηση ένα καθεστώς πολιτικής ελευθερίας που, μολονότι περνούσε από
μεγάλες δοκιμασίες και κατά καιρούς καταργούνταν, δεν ήταν μικρό πράγμα.
[Σημείωση Σύνταξης: αυτόν ακριβώς το θεσμό στον οποίο ένοιωθε άνετα ο Έλληνας
κατήργησε ο Ραγκούσης με τον Καποδίστρια].
Αυτό το πρόσεξε και ο Άγγλος ιστορικός George Finlay
τον περασμένο αιώνα.
Τα λόγια που έγραψε το 1868 ισχύουν ακόμα και
σήμερα: «Όποιος παρακολουθήσει τη συμπεριφορά αυτού του λαού είναι αδύνατον να
μην πιστέψει ότι υπάρχουν στην Ελλάδα γερές βάσεις για τους ελεύθερους
θεσμούς…»
«Στους Έλληνες, λέει κάπου αλλού, εξαιτίας τόσο της
ιδιοσυγκρασίας τους όσο και των περιστάσεων, δεν ταιριάζει κανένα άλλο καθεστώς
παρά το συνταγματικό πολίτευμα».
Εκείνο που πραγματικά είχε διακρίνει ο Finlay(και
είχε ζήσει πάνω από μισό αιώνα στην Ελλάδα), ήταν ότι οι Έλληνες είχαν τόσο
παθιασμένη πίστη στην ελευθερία και τέτοια ευφυία, ώστε ήταν σε θέση να κάνουν
τους κοινοβουλευτικούς θεσμούς να λειτουργούν έστω και κατά ιδιόμορφο τρόπο.
Είναι αλήθεια ότι δεν διέθεταν τις παραδοσιακές
βάσεις που προσδίδουν σταθερότητα στο κοινοβουλευτικό πολίτευμα, η ασταθής
διακυβέρνηση, όμως, δεν είναι οπωσδήποτε κακή διακυβέρνηση.
Οι έλληνες αισθάνονταν γενικά πιο άνετα στην
πολιτική τους ζωή όταν επικρατούσαν βραχύβιες κυβερνήσεις συνασπισμού
βασισμένες στο πολυκομματικό σύστημα, παρά όταν σχηματίζονταν ισχυρές
κυβερνήσεις εδραιωμένες στην κοινοβουλευτική δικτατορία.
Οπωσδήποτε είναι γεγονός ότι η αστάθεια των
ελληνικών κυβερνήσεων συνέβαλε κατά ένα μέρος στην αποτυχία των Ελλήνων να
βρούν τα μέσα για να συνεχίσουν απερίσπαστοι την επιδίωξη του Ελληνισμού.
Βέβαια μόνο εικασίες μπορούμε να κάνουμε για το εάν
μια σταθερή πορεία στην επιδίωξη του Ελληνισμού θα είχε επηρεάσει το αποτέλεσμα
(τόσο δυσμενείς ήταν οι εξωτερικές συνθήκες).
Πάντως, είναι απόλυτα φανερό ότι η ισχυρή κυβέρνηση
Βενιζέλου (1910-1915) έδωσε στην Ελλάδα τη δυνατότητα να πολεμήσει νικηφόρα και
να βγει πολύ ωφελημένη από τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-13.
Απόλυτα σαφές είναι επίσης ότι οι διαμάχες που
τάραξαν την ελληνική πολιτική ζωή ξεκίνησαν από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, και
το αποκορύφωμά τους- η ανατροπή του Βενιζέλου το Νοέμβριο του 1920 και η
επάνοδος του βασιλιά Κωνσταντίνου- προκάλεσε τη μεγαλύτερη καταστροφή στην ελληνική
ιστορία από την πτώση της Κωνσταντινουπόλεως το 1453.
Ακριβώς τη στιγμή που θα έπαιρναν στα χέρια τους τη
γη της επαγγελίας, οι Έλληνες, πολιτικά διχασμένοι, μοιρασμένοι σε δύο
στρατόπεδα, δεν ήταν ικανοί ούτε για διπλωματικούς ελιγμούς ούτε για τις απαραίτητες
στρατιωτικές προετοιμασίες που δεν θα άφηναν τίποτε στην τύχη. Το αποτέλεσμα
ήταν να υποστούν μια εξουθενωτική ήττα στο τέλος του καλοκαιριού του 1922.
Η Ελλάδα, όμως, σήκωσε το σταυρό του μαρτυρίου
γενναία όπως πάντα. Πήρε κοντά της τα παιδιά της, όχι κατακτώντας τα εδάφη όπου
εκείνα είχαν μοχθήσει αιώνες ολόκληρους, αλλά, μαζεύοντάς τα – ένα εκατομμύριο
άτομα ή και περισσότερα- στα εδάφη που αποτελούσαν τότε την ελληνική πατρίδα.
Κανένα έθνος δεν έχει να επιδείξει τόσα πολλά όσα η
Ελλάδα σε παρόμοιες περιστάσεις.
Με τη βοήθεια των φιλικά προσκείμενων δυνάμεων και
της Κοινωνίας των Εθνών, η Ελλάδα μεταμόρφωσε την ώρα της συμφοράς στην
ωραιότερη στιγμή της.
Για τις πολλές θυσίες της έμελε να ανταμειφθεί
πλουσιοπάροχα.
Οι Έλληνες της Μικράς Ασίας και της Θράκης, αν και
είχαν μαζί τους ελάχιστα χρήματα και υπάρχοντα έφεραν, ωστόσο, την ευφυία και
τις ικανότητές τους.
Κυρίως, εγκαταστάθηκαν στην ελληνική Μακεδονία και
στη δυτική Θράκη, ενώ δόθηκε ιδιαίτερη φροντίδα ώστε να σχηματιστούν ισχυροί οικισμοί
στις μεθοριακές περιοχές.
Η εισροή των προσφύγων σε συνδυασμό με την αποχώρηση
των Σλάβων και των μουσουλμάνων, έδωσε στην Ελλάδα γλωσσική κι εθνική
ομοιογένεια.
…
Από τι στιγμή που εγκαταστάθηκαν στις διάφορες
περιοχές οι πρόσφυγες άρχισαν να μετατρέπουν κάθε πιθαμή γης σε παραγωγικό
έδαφος. Ήταν γενικά πιο δραστήριοι πιο ριψοκίνδυνοι και πιο εργατικοί από τους
άλλους Έλληνες.
Μικρό απόσπασμα από τα συμπεράσματα του βιβλίου του Douglas Dakin “η ενοποίηση της Ελλάδας 1770-1923″.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ ΑΝΙΧΝΕΥΣΕΩΝ: Ο τίτλος και η φωτογραφία
επελέγησαν απο τη σύνταξη του ιστολογίου.
Το βιβλίο πρωτοεκδόθηκε στα αγγλικά το 1972.
ΠΗΓΗ:anixneuseis.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου