Σαραντατρείς
κροκόδειλοι έκλαιγαν προχθές στην πλατεία Συντάγματος.
Εκείνον, τον βοσκό των κροκοδείλων, με την κωλοτούμπα στο κωλότσεπο δεν τον πιάνει ξόρκι.
Ποζάρει στον Όργουελ και ο Όργουελ ζωγραφίζει καγχασμούς και χάχανα - οι καγχασμοί εκ δεξιών, τα χάχανα εξ ευωνύμων.
Εκείνον, τον βοσκό των κροκοδείλων, με την κωλοτούμπα στο κωλότσεπο δεν τον πιάνει ξόρκι.
Ποζάρει στον Όργουελ και ο Όργουελ ζωγραφίζει καγχασμούς και χάχανα - οι καγχασμοί εκ δεξιών, τα χάχανα εξ ευωνύμων.
Το γκάλοπ παίρνει σάρκα και οστά.
«Τη βλακεία,
φίλε μου φοβάμαι» - λέγε εσύ για την αλαζονεία και την ύβρη, για τη
διαστρέβλωση και το ψεύδος – «εγώ τη βλακεία, φίλε μου φοβάμαι. Τη βλακεία».
Κάνω τον τρελό
πάνω στο κάρο, για να μην τρελαθώ ο ίδιος – οι σέλφι είναι οι μαγικοί καθρέφτες.
Σου δίνουν την απάντηση που γουστάρεις, στη σέλφι είσαι πάντα ο αγέραστος
Ντόριαν Γκαράιυ. «Όμως, τη βλακεία, φίλε μου, εγώ φοβάμαι τη βλακεία».