Τον τελευταίο καιρό, από
το στρατόπεδο που αντιτίθεται στην επίλυση της διαφοράς γύρω από το όνομα της
Μακεδονίας, διατυπώνεται το (ρητορικό) ερώτημα «γιατί δεν προκηρύσσεται
δημοψήφισμα από την ελληνική κυβέρνηση» για το ερώτημα αυτό, εφόσον «έτσι επιβάλλει
η δημοκρατία».
Το αίτημα αυτό ενίοτε το υποβάλλουν και φορείς οι οποίοι έχουν με τη δημοκρατία τόση σχέση όση ο διάβολος με το λιβάνι, όπως π.χ. η Ιερά Κοινότητα του Αγίου Όρους.
Εφόσον
λοιπόν επιδιώκεται να καθοριστεί μία ενδεδειγμένη γλωσσική πρακτική που να
δεσμεύει τους πάντες ανεξαιρέτως, η δημοκρατική αρχή επιβάλλει να αποφασίσουν
αυτοί οι πάντες, και όχι να αποφασίσουν δέκα εκατομμύρια τι θα κάνουν επτά
δισεκατομμύρια.
Το αίτημα αυτό ενίοτε το υποβάλλουν και φορείς οι οποίοι έχουν με τη δημοκρατία τόση σχέση όση ο διάβολος με το λιβάνι, όπως π.χ. η Ιερά Κοινότητα του Αγίου Όρους.
Το αίτημα αυτό είναι
παραπειστικό και αβάσιμο.
Η δημοκρατία, αντιπροσωπευτική
ή οποιουδήποτε άλλου τύπου, επιβάλλει να αποφασίζει η πλειοψηφία ενός πληθυσμού
για τα θέματα που αφορούν αυτόν τον πληθυσμό.
Εν προκειμένω, όμως, το
όνομα με το οποίο θα αποκαλείται ένα άλλο κράτος, ο λαός του και η γλώσσα που
χρησιμοποιεί, δεν είναι ζήτημα που αφορά τον ελληνικό λαό.
Δεν είναι ζήτημα που
αφορά ούτε καν (μόνο) τον μακεδονικό λαό.
Είναι ένα ζήτημα που
αφορά το σύνολο των κατοίκων του πλανήτη.
Διότι αυτό το απρόσωπο
«αποκαλείται» δεν είναι στην πραγματικότητα απρόσωπο, αλλά έχει υποκείμενο.
Και
το υποκείμενό του είναι το σύνολο των κρατών και των ανθρώπων της υφηλίου.
Και
αυτό διότι, σύμφωνα με την ίδια την απαίτηση και την «κόκκινη γραμμή» της
ελληνικής διπλωματίας, αλλά και κατά την άποψη της ελληνικής κοινωνίας, (όχι τη
δική μου), το όνομα που αναζητείται θα πρέπει να ισχύει erga omnes.
Όπως είναι όμως προφανές,
ένα τέτοιο δημοψήφισμα δεν χρειάζεται να γίνει.
Διότι έχει ήδη γίνει.
Και
συνεχίζει να γίνεται κάθε μέρα.
Οι κάτοικοι όλου του πλανήτη, εάν και όποτε
χρειάζεται να αναφερθούν σε αυτό το κράτος, το λαό του και τη γλώσσα του,
χρησιμοποιούν παγίως τον όρο Μακεδονία και τα παράγωγά του, και μόνο αυτόν.
Η γλώσσα είναι μια
διαρκής συλλογική παραγωγή.
Αυτό που είναι «καθημερινό δημοψήφισμα» δεν είναι
τόσο το έθνος, όπως έλεγε ο Ρενάν, όσο η γλωσσική πρακτική.
Οι αρχές της
αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας είναι τελείως ανίσχυρες απέναντι στον κομμουνισμό
της γλώσσας.
Και αυτός έχει τελεσίδικα αποφασίσει υπέρ του «Μακεδονία».
Αυτό
δεν μπορεί ούτε ο θεός ο ίδιος να το αλλάξει.
Δεν υπάρχει μπάτσος που να είναι
τόσο παντοδύναμος ώστε να μπορεί να ελέγχει και να διορθώνει διαρκώς, ακόμα και
αναδρομικά, τα μυαλά, τα στόματα και τα πληκτρολόγια επτά δισεκατομμυρίων
ανθρώπων.
Ακόμη και αν ψηφίσουν και αποφασίσουν ότι δεν πρέπει
να χρησιμοποιείται αυτός ο όρος αλλά κάποιος άλλος, η απόφαση αυτή θα έχει ίση
αξία με ένα δημοψήφισμα όπου θα αποφασιστεί ότι δεν πρέπει να βρέχει.
Κανείς
δεν θα μπορεί να επιβάλει στην πράξη αυτή την απόφαση σε κανέναν.
Τόσο μάλλον
που θα είναι μία καθαρά αρνητική-απαγορευτική απόφαση.
Δηλαδή θα ζητά από τους
ανθρώπους να πάψουν να λένε μία λέξη, χωρίς να είναι σε θέση να τους πει και τι
θα πρέπει να λένε στη θέση της.
του Άκη Γαβριηλίδη
€ ●► « » ◄ ▼▲
$ € $
●► ▲▼◄ « » ●► €
ΠΗΓΗ://nomadicuniversality.com/2019/01/17/γιατί-δεν-γίνεται-δημοψήφισμα-για-το-ό/
======================================================
Η συμφωνία των Πρεσπών
είναι ένα αριστούργημα πολιτικής τέχνης
Άκης Γαβριηλίδης
Είναι κωμικό, και δείγμα
πολιτικής ανοησίας και αναλφαβητισμού, να υποστηρίζεται ότι τη συμφωνία «την
επέβαλαν οι ξένοι» και ότι «ο Τσίπρας υποτάχθηκε στο ΝΑΤΟ».
Όσοι το λένε αυτό, είτε εκ δεξιών είτε εξ αριστερών –άλλωστε μερικές φορές είναι δύσκολο να ξεχωρίσεις τους μεν από τους δε-, κάνουν το εξής παιδαριώδες λάθος ανάγνωσης της συγκυρίας: στο πλαίσιο ενός μεθοδολογικού εθνικισμού/ ολοκληρωτισμού, φαντάζονται ότι και οι άλλοι επιθυμούν (και οφείλουν να επιθυμούν) ό,τι και αυτοί.
Όσοι το λένε αυτό, είτε εκ δεξιών είτε εξ αριστερών –άλλωστε μερικές φορές είναι δύσκολο να ξεχωρίσεις τους μεν από τους δε-, κάνουν το εξής παιδαριώδες λάθος ανάγνωσης της συγκυρίας: στο πλαίσιο ενός μεθοδολογικού εθνικισμού/ ολοκληρωτισμού, φαντάζονται ότι και οι άλλοι επιθυμούν (και οφείλουν να επιθυμούν) ό,τι και αυτοί.
Όταν λέμε ότι κάποιος «υποτάσσεται», προϋποθέτουμε ότι επιθυμεί το Α
αλλά κάποιος άλλος παρεμβαίνει και του επιβάλλει να ακολουθήσει το Β.
Εδώ,
όμως, αυτό το Α – την ζηλότυπη διαφύλαξη της αποκλειστικότητας στη χρήση του
«πανάρχαιου ελληνικού ονόματος»- το επιθυμούσαν, και το επιθυμούν, οι
επικρίνοντες, όχι οι επικρινόμενοι.
Η ελληνική κυβέρνηση δεν υποτάχθηκε στην
ανώτερη ισχύ άλλων κυβερνήσεων και διεθνών οργανισμών· την αξιοποίησε, την
έβαλε να δουλέψει για το δικό της σκοπό.
Όσοι λένε το αντίθετο είναι βυθισμένοι στη διανοητική και πρακτική ανημπόρια και τη μνησικακία τους.
Όσοι λένε το αντίθετο είναι βυθισμένοι στη διανοητική και πρακτική ανημπόρια και τη μνησικακία τους.
Μετά τη χθεσινή
έγκριση των τροποποιήσεων από τον αντισυμβαλλόμενο, το ποτάμι δεν γυρίζει πίσω.
Ακόμα και αν υποθέσουμε ότι η παρούσα κυβέρνηση αύριο πέφτει και στη
θέση της έρχεται μία άλλη υπό την νυν αξιωματική αντιπολίτευση, τίποτα δεν
πρόκειται να αλλάξει.
Πρώτον διότι είναι σαφές ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, στην
περίπτωση που εκλεγεί, δεν πρόκειται να υπαναχωρήσει από τη συμφωνία· απλώς
τώρα προβαίνει σε διάφορες επιτελέσεις ρουτίνας για να ψαρεύει στα θολά νερά
του (ακρο)δεξιού λαϊκισμού.
Αλλά δεύτερον, και κυριότερον, ακόμη και αν – ιδίως
εάν- η ελληνική κυβέρνηση υπαναχωρήσει ενώ η άλλη πλευρά έχει συμφωνήσει, τότε απλούστατα
θα γίνει διεθνώς περίγελος, χωρίς ούτε καν να καταφέρει να αποτρέψει το
ουσιαστικό αποτέλεσμα:
όλες οι χώρες της υφηλίου, ευλόγως, θα της επιρρίψουν
την ευθύνη και θα αναγνωρίσουν αμέσως τη γειτονική χώρα ως Βόρεια Μακεδονία – αν
όχι ως απλώς Μακεδονία, όπως είχαν κάνει ήδη οι περισσότερες.
€ ●► « » ◄ ▼▲
$ € $
●► ▲▼◄ « » ●► €
ΠΗΓΗ://commonality.gr/i-symfonia-ton-prespon-einai-ena-aristoyrgima-politikis-technis/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου