Η επίκληση των λύσεων του παρελθόντος, όπως η
επιμήκυνση, δεν εξυπηρετεί σήμερα την Ελλάδα – επειδή το χρέος έχει πια
δευτερεύουσα σημασία, αφού προέχει η χρηματοδότηση του κράτους, χωρίς την
εξασφάλιση της οποίας θα χρεοκοπήσει.
«Οι μεγαλοπρεπείς κυβιστήσεις, όπως αποκαλούνται
σωστά οι «πολιτικές τούμπες», είναι κάτι πολύ συνηθισμένο στα ελληνικά κόμματα,
ειδικά όταν από τη θέση της ανεύθυνης συχνά αντιπολίτευσης, με τα εύκολα λόγια,
αναλαμβάνουν την κυβέρνηση της χώρας, με τις δύσκολες πράξεις - χωρίς όμως αυτό
να σημαίνει ότι δεν είναι εξαιρετικά επικίνδυνες, ιδιαίτερα όταν ένα κράτος
ευρίσκεται στην άκρη του γκρεμού».
Άποψη Βασίλη Βιλιάρδου
Είναι προφανές ότι, οι λύσεις που έχει κανείς κάθε
φορά στη διάθεση του είναι διαφορετικές, εξαρτώμενες από μία σειρά πραγμάτων,
καθώς επίσης εγχωρίων και διεθνών συγκυριών, οι οποίες αλλάζουν συνεχώς – «τα
πάντα ρέουν» δηλαδή, όπως έλεγε πολύ σωστά ο Ηράκλειτος.
Στα πλαίσια αυτά, η Ελλάδα το 2010 θα μπορούσε να
χρεοκοπήσει, εντός της Ευρωζώνης, χωρίς να δημιουργηθούν αξεπέραστα προβλήματα
στην ίδια - επειδή αφενός μεν το χρέος της ήταν στα χέρια των διεθνών
τοκογλύφων, κατά 90%, ο παραγωγικός της ιστός δεν είχε ακόμη καταστραφεί
εντελώς, η ανεργία ήταν περιορισμένη, η φοροδοτική ικανότητα των Πολιτών της
δεν είχε εξαντληθεί, οι αξίες των παγίων περιουσιακών στοιχείων, δημοσίων και
ιδιωτικών δεν είχαν καταρρεύσει, οι τράπεζες δεν είχαν χρεοκοπήσει κοκ.Στη συνέχεια η λύση της Ελλάδας, όπως είχαμε τονίσει επανειλημμένα (άρθρο), ήταν η μεγάλη επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των χρεών της, με επιτόκιο ίσο με το βασικό της ΕΚΤ, έτσι ώστε να περιορισθεί έμμεσα το δημόσιο χρέος της – όταν ο ιδιωτικός τομέας μας τότε ήταν ο λιγότερο χρεωμένος στην Ευρώπη, ενώ οι οφειλές του δημοσίου, ως προς το ΑΕΠ, ήταν σε βιώσιμα σχετικά επίπεδα, κυρίως λόγω του ότι δεν είχε καταρρεύσει ακόμη το ΑΕΠ (γράφημα).
Η λύση αυτή, παρά το τεράστιο έγκλημα του PSI
(ανάλυση), όπου χρεοκόπησαν οι τράπεζες, καθώς επίσης αρκετοί δημόσιοι
οργανισμοί, συμπεριλαμβανομένων των ασφαλιστικών μας ταμείων, ενώ υποθηκεύθηκε
η χώρα αδυνατώντας να επιστρέψει σε μία εθνική νομισματική πολιτική, συνέχισε
να υπάρχει έως τις αρχές Οκτωβρίου του 2014 – επειδή η Ελλάδα, τηρώντας τότε
τις τελευταίες επώδυνες δεσμεύσεις της, θα μπορούσε να καλύψει τις
χρηματοδοτικές της ανάγκες, εξερχόμενη στις αγορές με χαμηλά επιτόκια
(spreads).
Εν τούτοις, αφενός μεν η τότε κυβέρνηση επέλεξε
ξαφνικά τη «μεταχρονολογημένη» σύγκρουση της με την Τρόικα, αφετέρου η
αντιπολίτευση προκάλεσε μία πολιτική αστάθεια, επιμένοντας στη διεξαγωγή
πρόωρων εκλογών – με αφορμή της προεδρικές.
Ακόμη χειρότερα, η κυβέρνηση ενέτεινε την πολιτική
αστάθεια, επιταχύνοντας την εκλογή προέδρου, καθώς επίσης την προσφυγή στις
εθνικές κάλπες – ενώ, εάν είχε ακολουθήσει την κανονική πορεία, τουλάχιστον η
τουριστική μας βιομηχανία δεν θα είχε προβλήματα με τις κρατήσεις, οπότε με τα
αντίστοιχα έσοδα της καλοκαιρινής περιόδου, θα είχαν μεσολαβήσει άλλα γεγονότα
κοκ.
Ως αποτέλεσμα των συνεχών αυτών σφαλμάτων «ένθεν
κακείθεν», η Ελλάδα απομονώθηκε οριστικά από τις αγορές – αφού τα επιτόκια
δανεισμού της έφτασαν ακόμη και στο 19%, οπότε σε εντελώς απαγορευτικά επίπεδα.
Επομένως, έπαψε να υφίσταται η προοπτική χρηματοδότησης των μελλοντικών της
υποχρεώσεων από τους επενδυτές, ενώ παράλληλα εκμηδενίσθηκε η δυνατότητα της να
εκδίδει έντοκα γραμμάτια βραχυπρόθεσμης διάρκειας – αφού οι ελληνικές τράπεζες
δεν είναι σε θέση να τα αγοράζουν, ενώ οι ξένες δεν έχουν καμία διάθεση, λόγω
της «ρητορείας» της αντιπολίτευσης για ονομαστική διαγραφή του χρέους.
Πόσο μάλλον όταν το μέλλον των ελληνικών τραπεζών
είναι «θολό», αφενός μεν λόγω των μεγάλων εκροών καταθέσεων, αφετέρου εξ αιτίας
των υπέρογκων επισφαλειών τους, σε συνδυασμό με τις προθέσεις της σημερινής
κυβέρνησης, όσον αφορά τη διαγραφή των ιδιωτικών χρεών (σεισάχθεια!).
Στα πλαίσια αυτά, η επίκληση των λύσεων του
παρελθόντος, όπως συμπεραίνεται από την κυβίστηση (τούμπα) του υπουργού
οικονομικών, σύμφωνα με την οποία δεν θα επιμείνει σε ονομαστική διαγραφή του
χρέους, αλλά στην επιμήκυνση του, δεν εξυπηρετεί σήμερα την πατρίδα μας – εκτός
εάν η επιμήκυνση ήταν για 100 χρόνια, για παράδειγμα, με μηδενικά επιτόκια,
οπότε θα ισοδυναμούσε με ολοκληρωτική σχεδόν διαγραφή.
Η αιτία είναι το ότι, η ελληνική οικονομία έχει
καταστραφεί εντελώς, ενώ οι Έλληνες έχουν εξαθλιωθεί, καθώς επίσης το γεγονός
πως η Ελλάδα χρειάζεται επειγόντως ανάπτυξη και νέα δάνεια – ότι το χρέος
λοιπόν έχει πια δευτερεύουσα σημασία, αφού προέχει η χρηματοδότηση του κράτους,
χωρίς την εξασφάλιση της οποίας αφενός μεν δεν θα επιστρέψει σε ρυθμούς
ανάπτυξης, αφετέρου θα χρεοκοπήσει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου