Το συλλαλητήριο που διοργανώνεται αύριο Κυριακή
21-1 στη Θεσσαλονίκη για την «υπεράσπιση του ονόματος της Μακεδονίας», όπως και
όλα τα προηγούμενα ή τα όποια επόμενα, έχει ως διακηρυγμένο στόχο την
εξυπηρέτηση του εθνικού συμφέροντος.
Όποιος μιλάει για συμφέροντα, αναφέρεται σε έναν
οικονομικό υπολογισμό· μιλά με όρους κόστους και οφέλους.
Στο παρόν σημείωμα, θα πάρω τον ισχυρισμό αυτό στην
ονομαστική του αξία και θα εξετάσω κατά πόσον επιβεβαιώνεται από τα πράγματα.
Δεν θα αναφερθώ λοιπόν καθόλου σε ζητήματα αρχών ή σε στοιχεία ιστορικά,
επιστημονικά, ιδεολογικά, φιλοσοφικά για την ουσία της διαμάχης.(!!!)
Αυτό το έχω
κάνει πολλές φορές τα τελευταία – και τα παλιότερα- χρόνια, σε αυτό εδώ το
μπλογκ ή και αλλού.
Τα κείμενα υπάρχουν, όποιος θέλει μπορεί να ανατρέξει σε
αυτά.
Εδώ θα εξετάσω κατά πόσον η υιοθέτηση της γραμμής «η Μακεδονία είναι μία
και ελληνική» ωφέλησε πραγματικά σε κάτι το έθνος - κράτος που ονομάζεται Ελλάδα,
βελτίωσε τη θέση του από οποιαδήποτε άποψη.
Με όποιον τρόπο και αν προσπαθήσει να μετρήσει κανείς
αυτό το όφελος, το αποτέλεσμα βγαίνει πάντα ένα ολοστρόγγυλο μηδέν.
Ή μάλλον, πολύ κάτω από το μηδέν.
Ή μάλλον, πολύ κάτω από το μηδέν.
Όποιος έχει μάτια, βλέπει ότι ο απολογισμός αυτός
είναι αρνητικός. Για να μην πω καταστροφικός.
Ο διακηρυγμένος στόχος αυτής της άτυπης κυβέρνησης
ήτανε να εμποδίσει την μέχρι τότε συστατική της ομοσπονδιακής Γιουγκοσλαβίας
λαϊκή δημοκρατία της Μακεδονίας να συνεχίσει να χρησιμοποιεί το ίδιο όνομα κατά
την πορεία της ως ανεξάρτητη πλέον δημοκρατία, και να αποτρέψει τη διεθνή της
αναγνώριση.
Στο στόχο αυτό απέτυχε παταγωδώς.
Οι ισχυρισμοί περί
αποκλειστικών ελληνικών δικαιωμάτων επί του όρου Μακεδονία δεν έχουν καταφέρει
να πάρουν με το μέρος τους και να πείσουν επί της ουσίας κανέναν διεθνή παίκτη
(διακρατικό οργανισμό, κράτος, έστω κόμμα, οργάνωση, ΜΚΟ …).
Αντιθέτως, όλα
αυτά τα χρόνια, παρακολουθήσαμε τις περισσότερες –και τις σημαντικότερες- χώρες
του κόσμου, τη μία μετά την άλλη, να απορρίπτουν τις ελληνικές θέσεις και να
αναγνωρίζουν τη Μακεδονία ως Μακεδονία.
Οι θιασώτες βέβαια της «ανυποχώρητης γραμμής»
αποδίδουν την αποτυχία αυτή σε ανικανότητα ή και σε προδοσία, εξαγορά κ.λπ. του
πολιτικού προσωπικού.
Ωστόσο, ακόμη και αν δεχθούμε αυτή την ανορθολογική
ερμηνεία, με καθαρά πραγματιστικό μάτι οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι τα
τριάντα αυτά χρόνια δοκιμάστηκαν στην κυβερνητική εξουσία όλα τα διαθέσιμα
κόμματα.
Ακόμη και αν υποθέσουμε ότι όλοι αυτοί ήταν ανίκανοι, δεν υπάρχουν
πουθενά αλλού, ούτε μπορούν να παραχθούν εκ του μηδενός κάποιοι άλλοι
πολιτικοί, διπλωμάτες, διανοούμενοι που να δοκιμάσουμε με αυτούς μήπως
αποδειχθούν πιο ικανοί[1].
Η αποτυχία λοιπόν αυτή δεν οφείλεται σε συγκυριακούς,
αλλά σε δομικούς λόγους: ο στόχος αυτός δεν επιτεύχθηκε διότι ήταν και είναι
ανθρωπίνως αδύνατο να επιτευχθεί.
Όχι μόνο ανθρωπίνως: και ο Θεός ο ίδιος δεν
θα ήταν ικανός να αστυνομεύσει τα μυαλά και τις γλώσσες όλων των τωρινών και
των μελλοντικών ανθρώπων.
Διότι, πράγματι, το κυριότερο, και αυτό που
σηματοδοτεί την μη αντιστρέψιμη πλέον ήττα αυτής της πολιτικής, δεν είναι τα
κράτη και οι επίσημες ονομασίες που αυτά χρησιμοποιούν· είναι η καθημερινή
χρήση σε μη κρατικές επικοινωνίες (αθλητικού, εμπορικού, γεωγραφικού, γλωσσικού
και γενικώς οποιουδήποτε άλλου τύπου).
Σε αυτές τις ανταλλαγές, όπως όλοι
ξέρουμε –ή μπορούμε και οφείλουμε να μάθουμε-, χρησιμοποιείται παγίως και
αποκλειστικά ο όρος «Μακεδονία».
Έτσι, σε έναν ωκεανό επτά δισεκατομμυρίων
ομιλητών όλων των ανθρώπινων γλωσσών, μόνη νησίδα όπου η ελληνική κυβέρνηση
καταφέρνει ακόμα να κάνει ανεκτή (με νύχια και με δόντια) τη μέχρι τώρα θέση
της, παραμένει σήμερα ο στενός πυρήνας των ισχυρών κρατών της Δύσης που ανήκουν
στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ – και αυτών όχι όλων.
Αλλά και αυτό ακόμα η Ελλάδα το
καταφέρνει μόνο με εκβιασμούς και απειλές, όχι με την πειθώ.
Ακριβώς αυτό το τελευταίο, όμως, δείχνει για ποιο λόγο
ο απολογισμός δεν είναι απλώς μηδενικός αλλά αρνητικός.
Η Ελλάδα, υπό την καθοδήγηση της ανυποχώρητης γραμμής
για το όνομα, όλα αυτά τα χρόνια κατανάλωσε άπειρο «πολιτισμικό κεφάλαιο», (αλλά
και χρηματικό βεβαίως), δέσμευσε σχεδόν το σύνολο των διπλωματικών της πόρων
και μεγάλο μέρος των διανοητικών, όπως επίσης το σύνολο σχεδόν των άυλων,
διαθετικών [affective] που συνιστούν οι ανεπίσημες επαφές πολιτών της με
πολίτες άλλων χωρών σε επίπεδο αθλητικό, καλλιτεχνικό, εμπορικό, ταξιδιωτικό, ή
απλώς προσωπικό, και τα έθεσε στην υπηρεσία της προπαγάνδισης του «καθαρά
ελληνικού» χαρακτήρα της Μακεδονίας.
Η τιτάνια αυτή προσπάθεια εξασφάλισε μόνο
ακατανοησία και αντιπάθεια.
Και αυτό το έχουν ομολογήσει εδώ και χρόνια οι
υπεύθυνοι για την εξωτερική πολιτική της Ελλάδας – τουλάχιστον οι πλέον
ειλικρινείς εξ αυτών.
Δυσφήμισε την Ελλάδα και την εμφάνισε ως μια κοινωνία που
κυβερνάται από παράλογα και αρνητικά πάθη, που ζει μέσα στο παρελθόν και σε μια
άρνηση της πραγματικότητας, που τρέφει και τρέφεται από μνησικακία, ψυχική
τσιγκουνιά, μισαλλοδοξία, επιθετικότητα και σύνδρομα περικύκλωσης και
απομόνωσης·
που είναι ανίκανη να οικοδομήσει σχέσεις εμπιστοσύνης,
γενναιοδωρίας και ανοίγματος προς άλλους.
Όσοι θέλουν να συντηρήσουν και να ενισχύσουν αυτή την
εικόνα για το έθνος τους, ξέρουν τι πρέπει να κάνουν:
να πάνε στο συλλαλητήριο
την Κυριακή.
Όσοι πάλι θεωρούν τους εαυτούς τους πατριώτες και
θέλουν να κάνουν κάτι χρήσιμο για το έθνος τους, ας καθήσουν μια στιγμή και ας
αναρωτηθούν με το χέρι στην καρδιά τι τέλος πάντων ωφέλησε αυτό το έθνος το
προηγούμενο συλλαλητήριο, ώστε να πιστεύει κανείς ότι θα ωφελήσει σε κάτι το
ριμέικ του μία γενιά αργότερα.
Αλλά τότε, χωρίς να μπούμε ούτε εδώ σε αξιακές και
πολιτικές θεωρήσεις, πιστεύω να καταλαβαίνει ο καθένας ότι στο –απίθανο-
ενδεχόμενο που στην Ελλάδα ερχόταν στην κυβέρνηση μία ναζιστική δολοφονική
συμμορία, την επομένη θα αναγνώριζαν τη Μακεδονία και όλες οι υπόλοιπες χώρες
που δεν την είχαν αναγνωρίσει ακόμη.
ΠΗΓΗ:nomadicuniversality.com/
=====================================================
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
=====================================================
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου