«Δείλαιοι και αμαθείς και βάρβαροι, τι κάνετε; τι
αφανίζετε; Δεν ξέρετε ότι είμαι η μητέρα κι η τροφός, το λίκνο, η κοιτίδα, η
μήτρα της περασμένης δόξας και της μελλούμενης;
Μάταια θαυμάζετε τα μνημεία που
έστησαν κάποτε τα παιδιά μου. Δεν ξέρετε πως είναι σαρξ εκ της σαρκός μου, και
πως όταν η Μορφή μου αφανισθεί, η δικιά τους θα χάσει το νόημά της;
Τι εκάνατε
την Ελευσίνα;
Tι εκάνατε τον Ιλισό και τον Κηφισό, τα δυό αγιάσματά μου;
Εβάλατε μέσα τους υπονόμους σας, ερίξατε τα νερά των εργοστασίων σας.
Δεν βλέπω
πια βωμούς των θεών επάνω εις τα όρη μου και τους λόφους, πάρεξ τα γραφεία και
τις μηχανές των Εταιρειών σας.
Εκείνοι ήταν σημάδι λατρείας, σε σας δεν
απόμεινε παρ” η κατώτερη μορφή της σχέσης με τη Φύση, η εκμετάλλευση…» ,
θρηνούσε η Γη μέσα από το προφητικό κείμενό του μέγα αρχιτέκτονα και στοχαστή
Δημ. Πικιώνη.
Ελάτε να ρίξουμε ένα κλάμα για το θεατράκι της
Ρεματιάς Χαλανδρίου...
Πάρτε και τα ρεσώ σας και ας κάνουμε μία μάζωξη , σιωπηλοί
και κατηφείς, όπως είθισται το ντεκόρ για βιντεοσκόπηση .
Άντε το πολύ- πολύ
να ακουστεί κανένα «πω! Πω! Πω!» «τστστσ» και άλλα επιφωνήματα και ένα «κρίμα!
» …και μετά ας διαλυθούμε ησύχως «πέρασε και η ώρα».
Κανένας μας δε φταίει.
Δεν βάλαμε, δα, εμείς τη φωτιά.
Άλλος την έβαλε.
Άρα είμαστε
αθώοι του αίματος. Μόνο που τις φωτιές τις βάζουν εκείνοι που ενθαρρύνονται ,
από την αδιαφορία μας, τα μικροσυμφέροντα μας, την άγνοια της σημασίας ενός
οικοσυστήματος του οποίου μέρος είμαστε όλοι και όχι κάτι ξεχωριστό απ αυτό.