της Μαρίας Κουλούρη, Ιατρού
Θέλω να μιλήσω απλά, για πράγματα που μοιάζουν
πολύπλοκα μέσα στην απλότητά τους. Θέλω η φωνή μου ν’ ακουστεί και ο λόγος μου
να γίνει τροφή για προβληματισμούς,
γιατί όχι και για κριτική, θετική ή αρνητική, αποκτώντας έτσι μια κάποιαν αξία.
Το Πάσχα πέρασε μόλις πριν λίγες μέρες και η ροή των
γεγονότων προχωρεί γρήγορα στο ρυθμό του χρόνου, αφήνοντας το χθεσινό να
φαντάζει πια μακρινό. Για κάποιους το
Πάσχα είναι η πιο λαμπρή γιορτή της Χριστιανοσύνης, για άλλους μια ευκαιρία απόδρασης
από την καθημερινότητα, για πολλούς μια χρυσή ευκαιρία τόνωσης της τουριστικής
κίνησης σε καιρούς στασιμότητας.
Εγώ θα
μιλήσω όμως για εκείνους που βιώνουν το Πάσχα σαν εφιάλτη και θυσιάζουν εκόντες
άκοντες τα δικαιώματά τους για αξιοπρέπεια και αυτοδιάθεση στο βωμό μιας
βλαχογκλαμουρίστικης υποκουλτούρας που συνδυάζει τουριστική προβολή και εκτρωματική
εθιμολατρεία.
Έτσι, στην ιδιαίτερη πατρίδα μου, την όμορφη Χίο, τα
τελευταία χρόνια το Πάσχα είναι συνώνυμο με τον ρουκετοπόλεμο, σε μια άκρως εξαμβλωματική
και επικίνδυνη εκδοχή ενός παλιού εθίμου, που ήθελε τις καμπάνες της Ανάστασης
να συνοδεύονται από την ρίψη αυτοσχέδιων ρουκετών μεταξύ δύο εκκλησιών και με
στόχους τον τρούλο της μιας εκκλησίας και το ρολόι του καμπαναριού της άλλης. Στις μέρες μας, πάνω στον καμβά αυτόν και με
το πρόσχημα του θεάματος ( πλέον προωθούμενου διαδικτυακά), της τόνωσης του
τουρισμού αλλά και του extreme
sport,
συντελούνται σωρηδόν αδικήματα κατά ανυποψίαστων ανθρώπων, με την Δικαιοσύνη να
εθελοτυφλεί, την Αστυνομία να αδυνατεί να εφαρμόσει το βασικό της χρέος, την
ασφάλεια και προστασία του Πολίτη.